Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2011

Ἡ πολιτισμική λεηλασία τῶν Ἱερῶν Μονῶν τῆς Ξάνθης



Ἡ πόλη τῆς Ξάνθης μέσα στούς αἰῶνες.

Ἀρχαιότατη εἶναι ἡ πόλη τῆς Ξάνθης, ἡ ὁποία κατά τήν μακραίωνη παρουσία της καί παρά τήν ὑποταγή της σέ ποικίλους κατακτητές, ποτέ δέν ἔχασε τήν ἑλληνικότητά της. Ἀμέσως μετά τήν τουρκική κατάκτηση περί τό 1375, ἡ πόλη βρέθηκε νά περιβάλλεται ἀπό σλαβικούς ἐξισλαμισμένους πληθυσμούς στήν πρός Βορρά ὀρεινή περιοχή καί μουσουλμανικούς νεοφερμένους πληθυσμούς στήν πρός Νότο πεδινή περιοχή. Ὡστόσο, γιά αἰῶνες ἡ πόλη παρέμεινε ἕνα προπύργιο καί καταφύγιο τῶν χριστιανικῶν πληθυσμῶν τῆς περιφέρειάς της.
Ἀνεξήγητες παραμένουν ἀκόμη οἱ διαδικασίες πού κράτησαν τήν χριστιανική Ξάνθη ἀνταγωνιστική ἀπέναντι στήν ἰσλαμική Γενισέα, ἡ ὁποία τελικά παρακμάζει, ὅταν ἡ ἀναγέννηση τοῦ Ἑλληνισμοῦ συνοδεύεται ἀπό τήν κυριαρχία τῶν χριστιανῶν στό ἐμπόριο καί στήν οἰκονομία. Τόν 19ο αἰώνα, μάλιστα, ἡ ἐπεξεργασία καί τό ἐμπόριο τοῦ χρυσοφόρου καπνοῦ περνάει στά χέρια τῶν μελῶν τῆς ἑλληνικῆς ὀρθόδοξης κοινότητας, ἡ ὁποία κατορθώνει μέ τήν καθοδήγηση τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας νά ἀνοικοδομήσει ἐκ βάθρων τίς κατεστραμένες ἀπό τούς σεισμούς τοῦ 1829 πόλεις τῆς Γενισέας καί τῆς Ξάνθης. Ἀνοικοδομοῦνται ἔτσι περιβάλλοντα μέ βάση τήν ἰδιοπροσωπία καί τόν χαρακτῆρα τῆς Ρωμηοσύνης, πού ἐμπνέεται ἀπό τά μεγάλα οἰκονομικά κέντρα τῆς Ἠπείρου καί τῆς Μακεδονίας, ἀλλά καί ἀπό τήν ἴδια τήν Κωνσταντινούπολη, ὡς πρωτεύουσα καί κέντρο τῆς Ρωμηοσύνης.
Δέν ὑπάρχει ὄμορος χαρακτήρας πού νά συνδέει τήν κοσμοπολίτικη ρωμαίικη καί χριστιανική Ξάνθη μέ τή σλαβόφωνη καί ἐξισλαμισμένη ὀρεινή περιοχή τῆς Νότιας Ροδόπης, οὔτε ἡ μεταφορά τῆς ὀθωμανικῆς διοίκησης ἀπό τή Γενισέα στήν Ξάνθη τό 1872 καθορίζει τόν χαρακτῆρα τῆς ρωμαίικης, δυτικόστροφης καί ἀρχοντικῆς Ξάνθης, τήν ὁποία οἰκοδομοῦν Ἠπειρῶτες καί Δυτικομακεδόνες Ρωμηοί μαστόροι μέ τά μπουλούκια τους. Ἡ κατεστραμένη ἀπό τούς σεισμούς Ξάνθη ἀνοικοδομεῖται μετά τό 1829 γύρω ἀπό τά θεμέλια τῶν ἐκκλησιῶν πού ὑπῆρχαν ἐκεῖ μάλλον ἀπό τήν βυζαντινή ἐποχή.  Μάρτυρας τῆς ἑλληνικότητας τῆς Ξάνθης παραμένει ἡ Παλιά της Πόλη, ὅπου ἡ παρουσία τοῦ ἑλληνικοῦ λαϊκοῦ πολιτισμοῦ καί ἡ λάμψη τῆς ἀστικῆς ἀνάπτυξης τῆς Ἑλληνικῆς Κοινότητας συνεχίζουν σήμερα νά ἐντυπωσιάζουν τούς ἐπισκέπτες. Ἡ Ξάνθη παραμένει ἕνα ἀνοικτό ὑπαίθριο μουσεῖο καί μία πηγή ἱστορικῆς μαρτυρίας χάρη στήν διατήρησή της. Σήμερα ἡ Ξάνθη δέν εἶναι μόνο ὁ μεγαλύτερος καί ὁ καλύτερα διατηρούμενος παραδοσιακός οἰκισμός τῆς Βόρειας Ἑλλάδας, ἀλλά ἀποτελεῖ καί τό πληρέστερα διατηρούμενο δομημένο δεῖγμα τῆς κοινοτικῆς καί θρησκευτικῆς ὀργάνωσης τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ πού ὑφίσταται στόν ἑλλαδικό χῶρο. Ἡ Ξάνθη, ὅπως ἀγαθή τύχη τή διασώζει σήμερα, εἶναι δημιούργημα τοῦ ἑλληνικοῦ κοινοτισμοῦ.
Κτήτορας τῆς Ξάνθης εἶναι ἡ ρωμαίικη κοινότητα, ἡ ὁποία διαθέτει τό οἰκονομικό καί πληθυσμιακό κεφάλαιο γιά ἕνα τέτοιο ἔργο, ἀλλά καί τήν καθοδήγηση τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Ψυχή τῆς ἀνοικοδόμησης τῆς πόλης εἶναι ὁ Μητροπολίτης Εὐγένιος ὁ ὁποῖος εἶναι καί κεφαλή τῆς ὀρθόδοξης κοινότητας. Ἡ ἐγκατάσταση τῆς τουρκικῆς διοίκησης γίνεται στήν περιφέρεια τῆς πόλης, ὅπου καί ἀναγείρεται καί ἡ νέα βιομηχανική περιοχή τοῦ καπνοῦ. Ἡ πόλη ἀποτελεῖ ἕνα ἑλληνικό πολιτιστικό καί οἰκονομικό κέντρο μέ ὀθωμανική διοίκηση.


Οἱ διεκδικήσεις τῆς Βουλγαρίας στή Θράκη.

Ἀπό τά μέσα τοῦ 19ου αἰώνα εἶναι φανερό ὅτι ὁ ἀνατολικός δεσποτισμός καί ἡ Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία δέν θά ἐπιβιώσουν γιά μεγάλο διάστημα. Ὁ πανσλαβισμός, ἐθνικιστική ἰδεολογία τήν ὁποία πρόβαλε ἡ ὀρθόδοξη Ρωσία προορίζει τή Βουλγαρία ὡς διάδοχο τῶν Ὀθωμανῶν στή Θράκη.
Τήν ἴδια ἐποχή, δηλαδή στίς ἀρχές τοῦ 20οῦ αἰώνα, ἡ φιλόδοξη Βουλγαρία προσπαθεῖ στά πλαίσια τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγώνα νά ἀποκτήσει ἐρείσματα στήν Ξάνθη, στήν ὁποία ὅμως δέν ὑπάρχει ὑπολογίσιμος βουλγαρικός πληθυσμός. Ὁ Μακεδονικός Ἀγώνας στήν Ξάνθη ἔχει ὡς ὁδηγό καί ἐμπνευστή τόν ἀνυποχώρητο Μητροπολίτη Ἰωακείμ Σγουρό πού ὑποστηρίζεται ἀπό τό σύνολο τοῦ χριστιανικοῦ πληθυσμοῦ. Ὅμως, μέ τήν εὐκαιρία τῶν Βαλκανικῶν Πολέμων ἡ Βουλγαρία θά γίνει κυρίαρχος τῆς περιοχῆς.

Οἱ Βουλγαρικές Κατοχές τῆς Θράκης.

Στίς 8.11.1912, ἕνα μῆνα μετά τήν ἔκρηξη τοῦ Πρώτου Βαλκανικοῦ Πολέμου, ὁ βουλγαρικός στρατός κατέλαβε ἀμαχητί τήν Ξάνθη. Τέλειωσε ἔτσι ἡ μακραίωνη ὀθωμανική κυριαρχία. Ὡστόσο, γρήγορα οἱ Ξανθιῶτες διαπίστωσαν ὅτι ὁ ἐμφανιζομενος ὡς σύμμαχος ὁμόδοξος λαός δέν ἦταν παρά ἕνας καινούργιος κατακτητής. Ἄλλωστε, ἡ εὔθραυστη συμμαχία Ἑλλάδας-Βουλγαρίας ὁδήγησε πολύ σύντομα στόν Δεύτερο Βαλκανικό Πόλεμο, στόν ὁποῖο ἡ κατακτητική καί ἀλαζονική Βουλγαρία ἀντιμετώπισε συνασπισμένους ὅλους τούς πρώην συμμάχους της.
Οἱ ἑλληνικές νίκες κατά τόν Δεύτερο Βαλκανικό Πόλεμο ἔφεραν καί τό ποθούμενο στήν Ξάνθη. Στίς 12.7.1913 ὁ Ἑλληνικός Στρατός ἀπελευθέρωσε τήν πόλη καί εἰσῆλθε σ’ αὐτή μέσα σέ ἐνθουσιώδη ἀτμόσφαιρα. Φαινόταν ἐκείνη τή μέρα ὅτι οἱ ἐλπίδες καί οἱ πόθοι αἰώνων εἶχαν φθάσει στήν πραγμάτωσή τους. Ὡστόσο, οἱ πολιτικές συνθῆκες στήν Εὐρώπη τῆς ἐποχῆς ἐκείνης ἐπέβαλαν ἄλλες λύσεις. Μέ τή Συνθήκη τοῦ Βουκουρεστίου καί κάτω ἀπό τήν πίεση τῶν ἰσχυρῶν ἡ Ἑλληνική Κυβέρνηση ὑποχρεώθηκε νά ἐγκαταλείψει τή Θράκη καί νά δεχθεῖ τά ἑλληνικά σύνορα στόν Νέστο. Τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1913 ἡ βουλγαρική διοίκηση ἐπέστρεψε στήν Ξάνθη. Ἀρχίζει ἔτσι ἡ πρώτη βουλγαρική κατοχή τῆς πόλης, ἕως τίς 4.10.1919, ὅταν ἡ 9η Ἑλληνική Μεραρχία μέ διοικητή τόν στρατηγό Γ. Λεοναρδόπουλο ἀπελευθέρωσε ὁριστικά τήν Ξάνθη.
Ὡστόσο ἡ ἐθνικιστική ἀναθεωρητική Βουλγαρία τοῦ Μεσοπολέμου δέν ἐγκατέλειψε τήν κατακτητική της στάση καί τά σχέδιά της γιά ἔξοδο πρός τό Αἰγαῖο. Τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1941, ὅταν ἡ πανίσχυρη γερμανική στρατιά κατέλαβε τή Θράκη καί τήν Ἀνατολική Μακεδονία, ἡ τότε βουλγαρική διοίκηση κατόρθωσε νά ἀναλάβει δῆθεν τή φύλαξη τῶν γερμανικῶν κατακτήσεων. Ἡ Βουλγαρία βρισκόταν πάλι γιά δεύτερη φορά κυρίαρχος στά θρακικά ἐδάφη.


Ἡ μοίρα τῶν πολιτιστικῶν ἀγαθῶν τῆς Θράκης.

Ἤδη ἀπό τήν ἔναρξη τῆς πρώτης κατοχῆς τῆς Θράκης τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1913 τά πράγματα ἦταν πολύ δύσκολα. Μέ τήν βεβαιότητα τῆς μόνιμης καί νομότυπης παρουσίας της ἡ Βουλγαρία συνέχισε καί ἐνέτεινε τήν πολιτική ἐθνοκάθαρσης πού εἶχε ἤδη ἀρχίσει νά ἐφαρμόζει. Μεγάλο τμῆμα τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ ἀναγκάσθηκε τώρα νά ἐγκαταλείψει τήν Θράκη καί νά καταφύγει στήν ἐλεύθερη Ἑλλάδα, πέραν τοῦ Νέστου. Στήν πόλη τῆς Ξάνθης ἐγκαταστάθηκε ἀριθμός ἐποίκων. Συντονισμένα μέτρα ἐκβουλγαρισμοῦ ἄρχισαν νά ἐφαρμόζονται. Ἐπιδιώχθηκε μιά πολιτισμική γενοκτονία καί ἐθνοκάθαρση. Οἱ ἐκκλησίες καί τά σχολεῖα ἔγιναν βουλγαρικά. Οἱ δάσκαλοι καί οἱ ἱερεῖς ἐκδιώχθηκαν. Ὁ Μητροπολίτης Ἄνθιμος συνελήφθηκε καί ἐκτοπίσθηκε. Ἐκτός ἀπό τή ζώσα ἑλληνική παρουσία ἐπιχειρήθηκε καί ἡ ἐξαφάνιση τῆς ἱστορικῆς μνήμης. Τά χειρόγραφα καί οἱ κώδικες τῶν μοναστηριῶν τῆς Ξάνθης συγκεντρώθηκαν καί μεταφέρθηκαν στή Σόφια, ὅπου σήμερα συνεχίζουν νά παραμένουν. Ὅ,τι ἑλληνικό ἐξαφανίσθηκε, ἡ ἑλληνική γλώσσα ἀπαγορεύτηκε, οἱ ἐπιγραφές ἐκβουλγαρίσθηκαν, τά ὀνόματα ἄλλαξαν, τά ἀρχεῖα καί τά βιβλία κάηκαν.
Κατά τήν πρώτη βουλγαρική κατοχή λεηλατήθηκαν χειρόγραφα, κώδικες καί κειμήλια τῶν Ἱερῶν Μονῶν τῆς Παναγίας Καλαμοῦς καί τῆς Παναγίας Ἀρχαγγελιώτισσας. Πρόκειται μεταξύ ἄλλων γιά 37 περίπου χειρόγραφα καί κώδικες οἱ ὁποῖοι ἔχουν ταυτισθεῖ καί καταλογογραφηθεῖ.
Κατά τή δεύτερη βουλγαρική κατοχή συνεχίσθηκε ἡ πολιτισμική ἐθνοκάθαρση μέ τήν ἀπάλειψη κάθε ἴχνους ἱστορικῆς ἑλληνικῆς παρουσίας. Ἀνάλογα ἀνηρπάγησαν κειμήλια καί κώδικες τῶν Ἱερῶν Μονῶν Εἰκοφοινίσσης τοῦ ὄρους Παγγαίου στήν Ἀνατολική Μακεδονία καί Τιμίου Προδρόμου Σερρῶν.


Ἡ ἐπιστροφή τῶν πολιτιστικῶν ἀγαθῶν τῆς Θράκης ὡς πράξη πολιτισμοῦ, μετριοπάθειας καί συμφιλίωσης.

Ἡ ἐπιστροφή τῶν πολιτισμικῶν ἀγαθῶν τά ὁποῖα ἡ Βουλγαρία ἔχει παράνομα ἀποσπάσει ἀπό τίς Μονές τῆς Θράκης καί τῆς Ἀνατολικῆς Μακεδονίας ἐπιβάλλεται γιά λόγους δικαιοσύνης, διεθνοῦς τάξης, ἔμπρακτης συγγνώμης καί συνύπαρξης καί συνεργασίας Ἑλλάδας-Βουλγαρίας στά πλαίσια τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἔνωσης.
Ὡστόσο, ἡ Βουλγαρία ἀποφεύγει συστηματικά τήν ἀπόδοση δικαιοσύνης καί, ὅταν δέν ἀδιαφορεῖ, καταφεύγει σέ τυπολατρικά καί στρεψόδικα ἐπιχειρήματα:
Ἀμέσως μετὰ τὴν ἐνθρόνισή του (1995), ὁ σημερινὸς Μητροπολίτης Ξάνθης καί Περιθεωρίου κ. Παντελεήμων ἔστειλε ἐπιστολὴ μὲ τὴν ὁποία ζητοῦσε ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τοῦ Πατριαρχείου Σόφιας τὴν ἐπιστροφὴ τῶν χειρογράφων κωδίκων, καθὼς καὶ τῶν ἄλλων κλαπέντων κειμηλίων. Στὶς 5 Μαρτίου 1997 ἐστάλη ἀπαντητικὴ ἐπιστολὴ στὸν Μητροπο­λίτη Ξάνθης, τὴν ὁποία ὑπογράφει ὁ Πατριάρχης Σόφιας κ. Μάξιμος. Στὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ τὸ Πατριαρχεῖο Σόφιας:
α. Παραδέχεται ὅτι βρίσκονται στὴν Σόφια οἱ ἐν λόγῳ χειρόγραφοι κώδικες.
β. Θεωρεῖ ὅτι σύμφωνα μὲ Βουλγαρικὸ νόμο τῆς 11ης Ἀπρι­λίου 1969 ἀπαγορεύεται ἡ ἐξαγωγὴ μνημείων πολι­τισμοῦ.
γ. Οἱ Βούλγαροι πολῖτες δὲν δικαιοῦνται χωρὶς τὴν ἄδεια τῆς Γενικῆς Διευθύνσεως τῶν Ἀρχείων νὰ παραδίδουν σὲ ξέ­να ἱδρύματα ἀντίγραφα ἐγγράφων.
δ. Θεωροῦν ὅτι, μὲ τὴν ὑπογραφεῖσα σύμβαση μεταξὺ Ἑλλάδος καὶ Βουλγαρίας, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ἰσχύει τὸ καθεστὼς παραγραφῆς-χρησικτησίας γιὰ κατοχὴ ἐγγράφων καὶ ἀντικειμένων μετὰ τὴν παρέλευση 50 ἐτῶν, οἱ χειρό­γραφοι κώδικες τῶν μονῶν τῆς Ξάνθης ἀνήκουν πλέον στὸ Βουλ­γαρικὸ Δημόσιο, ἀφοῦ ἀπὸ τὸ 1917, ὁπότε καὶ ἐκλά­πησαν, ἔχουν παρέλθει πλέον τῶν 80 ἐτῶν.
Τέλος, ὁ Πατριάχης Σόφιας θεωρεῖ ὅτι, ἐπειδὴ τὰ χειρόγραφα εἶναι γραμμένα στὴν ἑλληνικὴ γλώσσα, ἔχουν μεγάλη σημασία γιὰ τὴν μελέτη τῆς κοσμικῆς καὶ ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας τῆς Βουλγαρίας, ἀφοῦ ἀποτελοῦν τὶς ἀψευδεῖς μαρτυρίες τοῦ παρελθόντος καὶ τὰ ἴχνη τῆς παρουσίας Βουλ­γάρων ἔξω ἀπὸ τὰ σημερινὰ σύνορα τῆς χώρας τους(!).



Δευτέρα 27 Σεπτεμβρίου 2010

Ἡ ἀπελευθέρωση τῆς Ξάνθης στίς 4.10.1919.



Ἡ Ξάνθη καί οἱ κατακτητές

Ἀπό τήν ἀρχαιότητα χρονολογεῖται ἡ ὑπαρξη τῆς πόλης τῆς Ξάνθης. Κατά τήν μοιραία, λοιπόν, Πρώτη Ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπό τούς Λατίνους τῆς Δ΄ Σταυροφορίας τό 1204 ἡ Ξάνθη εἶχε ἤδη ἱστορία αἰώνων. Μέ τόν διαμοιρασμό τότε τῶν ἑλληνικῶν χωρῶν μεταξύ τῶν Λατίνων κατακτητῶν ἡ Ξάνθη φαίνεται ὅτι ἔπεσε στό μερίδιο τῆς Βενετίας. Ἀπό τότε ἀρχίζουν τά πάθη τῆς πόλης, τήν ὁποία διεκδικοῦν ποικίλοι κατακτητές, ἐνῶ ἡ διακοπτόμενη βυζαντινή κυριαρχία κρατᾶ μέχρι τό 1375 περίπου, ὅταν ἡ πόλη καταλαμβάνεται ἀπό τούς Ὀθωμανούς Τούρκους. Ἱδρύεται τότε στήν πεδιάδα τῆς Ξάνθης μιά νέα ὀθωμανική πόλη ἡ Γενισέα Καρασοῦ, τήν ὁποία οἱ κατακτητές ἐποικοῦν, ὥστε νά δημιουργηθεῖ ἕνα μουσουλμανικό διοικητικό, οἰκονομικό καί θρησκευτικό κέντρο. Δημιουργεῖται ἕνα δίπολο μέ τή μουσουλμανική Γενισέα διοικητικό καί οἰκονομικό κέντρο καί τή χριστιανική Ξάνθη πολλές φορές ἀνταγωνιστική της Γενισέας. Ὡστόσο, ἡ πόλη τῆς Ξάνθης δέν παρακμάζει καί συνεχίζει νά παραμένει ὡς ὁ πολυπληθέστερος οἰκισμός τῆς περιοχῆς στόν ὁποῖο κατοικοῦν κυρίως Χριστιανοί. Στίς κεντρικές χριστιανικές συνοικίες τῆς Ξάνθης εἶναι σήμερα ἐλάχιστα τά ἴχνη μουσουλμανικῶν ἐγκαταστάσεων, ἐνῶ ὑπάρχουν ἐνδείξεις τῆς παρουσίας τῶν χριστιανικῶν ἐκκλησιῶν στίς σημερινές τους θέσεις τουλάχιστον ἀπό τόν 16ο αἰῶνα.


Ἡ Ξάνθη κατά τήν Τουρκοκρατία

Ἡ Ξάνθη λαμβάνει κατά τήν Τουρκοκρατία τόν ρόλο καί τόν χαρακτῆρα ἑνός καταφύγιου, στό ὁποῖο συγκεντρώνονται οἱ βυζαντινοί πληθυσμοί τῆς πεδιάδας καί ὁρισμένων χωριῶν τῆς πρός Βορρᾶ ὀρεινῆς περιοχῆς. Ἀπό τότε, λοιπόν, χαρακτηρίζεται ἡ πόλη ἀπό τίς ἐμπειρίες τῆς συμβίωσης τοῦ ἀνήσυχου καί δραστήριου ἑλληνικοῦ στοιχείου μέ ἄλλους λαούς.
      Τήν πρώτη τρομερή ἐμπειρία τῆς κατάκτησης ἀκολούθησε ἡ ἀνασύνταξη τῶν χριστιανικῶν πληθυσμῶν. Οἱ Τοῦρκοι ὡς νομαδικός λαός δέν διέθεταν διοικητικό μηχανισμό γιά τόν ἔλεγχο τῶν πολυπληθῶν κατακτημένων χριστιανικῶν πληθυσμῶν καί, κυρίως, δέν διέθεταν τή δυνατότητα συλλογῆς φόρων. Οἱ ὑπόδουλοι λαοί διαχωρίζονται καί ὀργανώνονται σέ θρησκευτικά ἔθνη (μιλλέτ). Τά θρησκευτικά ἔθνη κατοικοῦν στίς πόλεις σέ διακριτές συνοικίες καί εἶναι ὀργανωμένα κάθετα μέ δικούς τους θεσμούς. Πολυπληθέστερο καί σημαντικότερο ἀπό αὐτά ἦταν τό χριστιανικό μέ κεφαλή τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη καί τούς κατά τόπο Μητροπολίτες, οἱ ὁποῖοι καί ἦταν ὑπόλογοι ἀπέναντι στήν τουρκική διοίκηση. Οἱ κοινότητες ἀναλαμβάνουν πλέον τήν αὐτοδιοίκηση τους. Διοικητικό καί ἐκτελεστικό ὄργανο εἶναι ἡ Δημογεροντία τῆς ὁποίας προΐστατο ὁ ἑκάστοτε Μητροπολίτης. Τή συλλογική ὀργάνωση συμπλήρωνε ἡ ὀργάνωση σέ συντεχνίες, σέ συσσωματώσεις ἐπαγγελματιῶν μέ κοινά συμφέροντα καί κοινή εἰδίκευση.
      Οἱ ἰδεολογικές κατευθύνσεις τοῦ ὑπόδουλου Γένους συνεχίζουν καί βασίζονται στήν μακραίωνη καί ἔνδοξη παράδοση. Κεντρική ἰδέα καί πολιτική καί στρατηγική ἰδεολογία τοῦ ὀρθόδοξου μιλλέτ ἀποτελεῖ ἡ Μεγάλη Ἰδέα, ἡ ὁποία γεννήθηκε στήν Πύλη τοῦ Ρωμανοῦ τήν αὐγή τῆς 29ης Μαΐου 1453. Εἶναι ἰδέα ἀναστάσιμη ἀλλά καί ἰδέα πολιτισμική, ἀφοῦ εὐαγγελίζεται τόν ἑλληνικό πολιτισμό ὡς ὁδηγό Δύσης καί Ἀνατολῆς.
      Σάν τήν σπίθα πού κρυβόταν στή στάχτη οἱ μακραίωνες πολιτικές παραδόσεις τοῦ Ἑλληνισμοῦ συναντοῦν τό ὀρθόδοξο ἦθος καί τήν εὐχαριστιακή σύναξη καί δημιουργοῦν ἕνα ἐξαιρετικά ἐπιτυχές κοινωνικοοικονομικό σύστημα. Στήν Ξάνθη τό κοινοτικό σύστημα δημιουργεῖ τήν ἴδια τήν πόλη, ἀφοῦ κτήτορές της, μετά τήν καταστροφή της ἀπό σεισμούς τό 1829, εἶναι ἡ κοινότητα καί ἡ Ἐκκλησία μέ κεφαλή τόν τότε Μητροπολίτη Εὐγένιο.


Ἡ Ἀναγέννηση τοῦ Ἑλληνισμοῦ

Τόν 17ο αἰῶνα ἐμφανίζονται συνθῆκες οἱ ὁποῖες ἐπιτρέπουν τήν ἀνάπτυξη τοῦ ἑλληνικοῦ ἐμπορίου, τῆς μεταποίησης καί τῆς ἑλληνικῆς ἐμπορικῆς ναυτιλίας. Τόν 18ο αἰῶνα οἱ ρωμαίικες κοινότητες τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας ἀκμάζουν καί δημιουργοῦν τήν πραγματικότητα πού ὀνομάζουμε καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολή. Ἕνα χῶρο ὅπου παρά τήν στέρηση πολιτικῆς ἐλευθερίας οἱ Ρωμηοί γίνονται οἰκονομικά καί πολιτιστικά κυρίαρχοι. Ὁ 18ος καί ὁ 19ος αἰώνας εἶναι ἐποχή μεγάλης ἀκμῆς γιά τόν Ἑλληνισμό γενικότερα καί γιά τή Θράκη εἰδικότερα. Ἡ μεγάλη ἑλληνική ἐπανάσταση θά ξεσπάσει μέ τήν ἐπίδραση τοῦ εὐρωπαϊκοῦ Διαφωτισμοῦ καί τήν ἐμψύχωση τῆς Μεγάλης Ἰδέας. Στή Θράκη ἡ ἑλληνική ἐπανάσταση θά καταπνιγεῖ, ἀφοῦ ἡ Θράκη βρισκόταν κοντά στό κέντρο τῆς δύναμης τῶν Ὀθωμανῶν.
      Στήν Ξάνθη ἡ εἰσαγωγή τῆς καλλιέργειας τοῦ καπνοῦ προσπορίζει μεγάλο πλοῦτο. Ἡ πόλη γίνεται γνωστή ἀπό τόν 17ο αἰῶνα ὡς κέντρο παραγωγῆς ἐκλεκτῆς ποιότητας καπνοῦ. Τό δεύτερο μισό τοῦ 19ου αἰώνα ἡ πόλη ἔχει ἐξελιχθεῖ πλέον σέ διοικητικό, οἰκονομικό, βιομηχανικό καί ἐμπορικό κέντρο. Ἐμφανίζεται μία κοσμοπολίτικη τάξη Ἑλλήνων ἐμπόρων οἱ ὁποῖοι ἀνοικοδομοῦν τήν πόλη ὡς ἕνα ἀρχιτεκτονικό ὑβρίδιο τῆς παραδοσιακῆς «ἀρχοντικῆς» ἀρχιτεκτονικῆς τῆς Νότιας Ἑλλάδας καί τοῦ ἀρχιτεκτονικοῦ ἐκλεκτικισμοῦ τῆς Κεντρικῆς Εὐρώπης. Θυμίζει ἔτσι ἡ Ξάνθη, ὅπως διαμορφώνεται στά τέλη τοῦ 19ου αἰώνα, τό Πέραν τῆς Κωνσταντινούπολης, ὅπου κυριαρχοῦσε ἡ ρωμαίικη ἐμπορευματική τάξη.
      Μέ τήν ἔλευση τοῦ 20οῦ αἰώνα εἶναι πλέον φανερό ὅτι ὁ ἀνατολικός δεσποτισμός καί οἱ παρωχημένες διοικητικές καί κοινωνικές δομές τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας δέν θά τῆς ἐπιτρέπουν πλέον νά ἐπιβιώσει γιά μακρό διάστημα. Ὁ πανσλαυισμός, ἐθνικιστική ἰδεολογία τήν ὁποία στήριζε ἡ ὀρθόδοξη Ρωσία, προβάλλει τή Βουλγαρία ὡς διάδοχο τῆς ὀθωμανικῆς κυριαρχίας στή Θράκη. Στήν πόλη τῆς Ξάνθης δέν ὑπάρχει βουλγαρικός πληθυσμός. Τήν ἴδια ἐποχή τό Νέο Ἑλληνικό Κράτος, ἄν και ἐμπνεόμενο ἀπό τή Μεγάλη Ἰδέα, δέν εἶχε τήν ἀντικειμενική δυνατότητα νά διεκδικήσει τή θέση του στή Θράκη. Ὁ Μακεδονικός Ἀγώνας πού ἐπεκτάθηκε καί στή Θράκη ἐξασφάλισε τήν ἑλληνική παρουσία στή Μακεδονία.


Οἱ Βαλκανικοί Πόλεμοι καί ἡ πρόσκαιρη ἀπελευθέρωση τῆς Ξάνθης.      

Ἡ δεκαετία 1912-1922 εἶναι ἡ κρίσιμη περίοδος πού καθόρισε τή μοίρα τῆς Θράκης καί κατέληξε στόν διαμοιρασμό της ἀπό τρία ἐθνικά κράτη. Ἡ ἀδυναμία τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας ἔδωσε τήν εὐκαιρία στά μικρά βαλκανικά κράτη νά διεκδικήσουν μερίδιο ἀπό τήν κατάρρευσή της.
      Οἱ Βαλκανικοί Πόλεμοι τοῦ 1912-1913 θά καταστήσουν καί πάλι τό Αἰγαῖο ἑλληνική λίμνη. Ἡ Θράκη βρίσκεται πλέον στά ὅρια τῶν δυνατοτήτων τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους.
      Στίς 8.11.1912, ἕνα μῆνα μετά τήν ἔκρηξη τοῦ Πρώτου Βαλκανικοῦ Πολέμου, ὁ βουλγαρικός στρατός κατέλαβε ἀμαχητί τήν Ξάνθη. Τέλειωσε ἔτσι ἡ μακραίωνη ὀθωμανική κυριαρχία. Ὡστόσο, γρήγορα οἱ Ξανθιῶτες διαπίστωσαν ὅτι ὁ ἐμφανιζομενος ὡς σύμμαχος ὁμόδοξος λαός δέν ἦταν παρά ἕνας καινούργιος κατακτητής. Ἄλλωστε, ἡ εὔθραυστη συμμαχία Ἑλλάδας-Βουλγαρίας ὁδήγησε πολύ σύντομα στόν Δεύτερο Βαλκανικό Πόλεμο, στόν ὁποῖο ἡ κατακτητική καί ἀλαζονική Βουλγαρία ἀντιμετώπισε συνασπισμένους ὅλους τούς πρώην συμμάχους της.
      Οἱ ἑλληνικές νίκες κατά τόν Δεύτερο Βαλκανικό Πόλεμο ἔφεραν καί τό ποθούμενο στήν Ξάνθη. Στίς 12.7.1913 ὁ Ἑλληνικός Στρατός ἀπελευθέρωσε τήν πόλη καί εἰσῆλθε σ’ αὐτή μέσα σέ ἐνθουσιώδη ἀτμόσφαιρα. Ἡ ἀπελευθέρωση ἔγινε ἀπό ἀποσπάσματα τῆς 8ης Ἑλληνικῆς Μεραρχίας, ἡ ὁποία προέλασε ἀπό τήν περιοχή τῆς Χρυσούπολης, πέρασε τόν Νέστο καί εἰσῆλθε στήν πόλη ἀπό τόν δρόμο τῆς Καβάλας. Φαινόταν ἐκείνη τή μέρα ὅτι οἱ ἐλπίδες καί οἱ πόθοι αἰώνων εἶχαν φθάσει στήν πραγμάτωσή τους. Ὡστόσο, οἱ πολιτικές συνθῆκες στή Εὐρώπη τῆς ἐποχῆς ἐκείνης ἐπέβαλαν ἄλλες λύσεις. Μέ τή Συνθήκη τοῦ Βουκουρεστίου καί κάτω ἀπό τήν πίεση τῶν ἰσχυρῶν ἡ Ἑλληνική Κυβέρνηση ὑποχρεώθηκε νά ἐγκαταλείψει τή Θράκη καί νά δεχθεῖ τά ἑλληνικά σύνορα στόν Νέστο.
      Τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1913 ἡ βουλγαρική διοίκηση ἐπέστρεψε στήν Ξάνθη. Τώρα τά πράγματα ἦταν πολύ δύσκολα. Μέ τήν βεβαιότητα τῆς μόνιμης καί νομότυπης παρουσίας της ἡ Βουλγαρία συνέχισε καί ἐνέτεινε τήν πολιτική ἐθνοκάθαρσης πού εἶχε ἤδη ἀρχίσει νά ἐφαρμόζει. Μεγάλο τμῆμα τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ ἀναγκάσθηκε τώρα νά ἐγκαταλείψει τήν πόλη καί νά καταφύγει στήν ἐλεύθερη Ἑλλάδα, πέραν τοῦ Νέστου. Στήν πόλη ἐγκαταστάθηκε ἀριθμός ἐποίκων. Συντονισμένα μέτρα ἐκβουλγαρισμοῦ ἄρχισαν νά ἐφαρμόζονται. Ἐπιδιώχθηκε μιά πολιτιστική γενοκτονία. Οἱ ἐκκλησίες καί τά σχολεῖα ἔγιναν βουλγαρικά. Οἱ δάσκαλοι καί οἱ ἱερεῖς ἐκδιώχθηκαν. Ὁ Μητροπολίτης Ἄνθιμος συνελήφθηκε καί ἐκτοπίσθηκε. Ἐκτός ἀπό τή ζώσα ἑλληνική παρουσία ἐπιχειρήθηκε καί ἡ ἐξαφάνιση τῆς ἱστορικῆς μνήμης. Οἱ κώδικες τῶν μοναστηριῶν τῆς Ξάνθης συγκεντρώθηκαν καί μεταφέρθηκαν στή Σόφια, ὅπου σήμερα συνεχίζουν νά παραμένουν. Ὅ,τι ἑλληνικό ἐξαφανίσθηκε, ἡ ἑλληνική γλώσσα ἀπαγορεύτηκε, οἱ ἐπιγραφές ἐκβουλγαρίσθηκαν, τά ὀνόματα ἄλλαξαν, τά ἀρχεῖα καί τά βιβλία κάηκαν.


Ὁ Πρῶτος Παγκόσμιος Πόλεμος καί ἡ ἀπελευθέρωση τῆς Ξάνθης

Ὁ Πρῶτος Παγκόσμιος Πόλεμος θά ἀνατρέψει τήν παλιά τάξη πραγμάτων. Οἱ αὐτοκρατορίες διαλύονται καί ἀντικαθίστανται ἀπό ἐθνικά κράτη. Οἱ νικητές τοῦ πολέμου ξαναμοιράζουν τόν κόσμο. Ἡ κραταιά Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία θά παύσει νά ὑπάρχει. Στίς 11.10.1918 ὑπογράφεται στόν Μοῦδρο ἡ συνθηκολόγηση τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας. Οἱ Σύμμαχοι τῆς Ἀντάντ καταλαμβάνουν τήν Κωνσταντινούπολη καί ὁ ἑλληνικός στόλος ἀγκυροβολεῖ στόν Βόσπορο. Ἡ Βουλγαρία, σύμμαχος τῶν κεντρικῶν δυνάμεων, εἶναι καί πάλι ἡττημένη. Τίς τελευταίες μέρες τοῦ πολέμου ὁ Ἑλληνικός Στρατός εἶναι καί πάλι νικητής στή Μακεδονία.
      Στή Διάσκεψη Εἰρήνης στίς Βερσαλλίες ἡ Ἑλλάδα ἀντιπροσωπεύεται ἀπό τόν Ἐλευθέριο Βενιζέλο, τοῦ ὁποίου ἡ διπλωματική ἰδιοφυία εἶναι ὁ καλύτερος ἐγγυητής τῶν συμφερόντων της. Στίς ἀρχές τοῦ 1919 ἄρχισε στίς Βερσαλλίες ἡ συζήτηση γιά τήν τύχη τῆς Θράκης. Θά ἀποδιδόταν στήν Ἑλλάδα ; Θά παρέμενε ὡς κτήση τῆς Βουλγαρίας ; Θά γινόταν αὐτόνομη ; Θά γινόταν γαλλικό προτεκτοράτο ; Θά ἀποτελοῦσε τήν ἐνδοχώρα ἑνός νέου κράτους μέ πρωτεύουσα τήν Κωνσταντινούπολη ; Οἱ συζητήσεις ἐξέτασαν πολλά ἐνδεχόμενα. Μετά ἀπό παλινωδίες, ἡ συμμαχική Στρατιά τῆς Ἀνατολῆς ἀνέλαβε τήν προσωρινή διοίκηση τῆς Δυτικῆς Θράκης. Ἀποτελεῖ τύχη ἀγαθή τό ὅτι τό σῶμα κατοχῆς τῆς Δυτικῆς Θράκης, πού ἀποτελοῦνταν ἀπό γαλλικά κυρίως στρατεύματα, περιελάμβανε καί τμήματα τοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ. Στίς 4.10.1919 ἡ 9η Ἑλληνική Μεραρχία μέ διοικητή τόν στρατηγό Γ. Λεοναρδόπουλο ἀπελευθέρωσε ὁριστικά τήν Ξάνθη.
      Ἡ ἀπελευθέρωση τῆς Ξάνθης ἀπό τήν 9η Μεραρχία ἔγινε μέ τήν εἴσοδο ἀποσπασμάτων της ἀπό τόν ὀρεινό δρόμο τῆς Σταυρούπολης, τά ὁποῖα διέσχισαν τήν πόλη, μέσα σέ ἐνθουσιώδεις ἐκδηλώσεις τῶν Ἑλληνων καί τῶν Μουσουλμάνων καί ἔφθασαν στό τότε Δημαρχεῖο τῆς πόλης, κοντά στή σημερινή Κεντρική Πλατεία, ὅπου τώρα τό ὑποκατάστημα τῆς Ἐθνικῆς Τράπεζας. Ἐκεῖ στό Δημαρχεῖο ὑψώθηκε ἡ ἑλληνική σημαία καθώς ἡ μπάντα τῆς Μεραρχίας ἀνέκρουε τόν ἑλληνικό ἐθνικό ὕμνο. Αὐτή εἶναι καί ἡ πραγμάτωση μιᾶς μακραίωνης ἐλπίδας πού κρατήθηκε γιά αἰῶνες σάν κερί μέσ’ στό σκοτάδι.
      Ἀκολούθησε ἔντονη διπλωματική δραστηριότητα, ἀφοῦ ἡ τύχη τῆς Δυτικῆς καί σήμερα Ἑλληνικῆς Θράκης δέν εἶχε ἀκόμη ἀποφασισθεῖ. Ἡ κατοχή ἦταν προσωρινή καί στό ὄνομα τῶν συμμάχων. Στίς 14.5.1920, ὁ Ἑλληνικός Στρατός μέ ὁρμητήριο τήν Ξάνθη ἀπελευθέρωσε καί τήν ὑπόλοιπη Δυτική Θράκη.  Μέ τή Συνθήκη τοῦ Νεϋγύ στίς 14.11.1919 καί τή Συνθήκη τῶν Σεβρῶν στίς 28.7.1920 ἡ Δυτική Θράκη ἀποδώθηκε στήν Ἑλλάδα καί ὡς Ἑλληνική πλέον Θράκη ἐνσωματώθηκε στό Ἑλληνικό Κράτος τόν Σεπτέμβριο τοῦ 1920.
      Οἱ φυγᾶδες Ξανθιῶτες ἄρχισαν νά ἐπιστρέφουν στήν πόλη ἀμέσως μετά τήν ἀπελευθέρωση γιά νά βροῦν τήν ὑποδομή τελείως κατεστραμμένη. Ἡ ἐργατικότητα καί ἡ φιλοπατρία τῶν Ξανθιωτῶν δέν ἄργησαν νά ξαναδώσουν στήν πόλη τόν ἑλληνικό της χαρακτῆρα μαζί μέ μιά νέα δυναμική. Μέ τήν Μικρασιατική Καταστροφή τόν Αὔγουστο τοῦ 1922 καί τήν Θρακική Καταστροφή κατά τόν δραματικό Ὀκτώβριο τοῦ 1922 χιλιάδες Ἕλληνες τῶν πάλαι ποτέ ἑλληνικῶν ἑστιῶν τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης, τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καί τοῦ Πόντου καταφθάνουν καί ἐγκαθίστανται στήν πόλη. Ὁ πληθυσμός διπλασιάζεται, τά πληθυσμιακά δεδομένα ἀνατρέπονται, νέες συνοικίες δημιουργοῦνται. Μιά νέα ἐποχή ἀρχίζει.

Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2010

H εγκατάλειψη της Ανατολικής Θράκης τον Οκτώβριο του 1922

1) Η κατανόηση της Μικρασιατικής Καταστροφής

Η ασύλληπτης έκτασης, τρομερή Μικρασιατική Καταστροφή έχει απωθηθεί και παραμένει σήμερα ως ανοικτό τραύμα στο συλλογικό μας υποσυνείδητο. Λίγο γνωστά είναι τα δραματικά γεγονότα του Αυγούστου του 1922. Κυριολεκτικά άγνωστα παραμένουν, όμως, τα γεγονότα τα σχετικά με την εγκατάλειψη και εκκένωση της Ανατολικής Θράκης τον Οκτώβριο του 1922.

Η Ανατολική Θράκη αποτελούσε την κύρια εστία του θρακικού Ελληνισμού και ήταν προαύλιο και ενδοχώρα της Κωνσταντινούπολης. Η Ανατολική Θράκη βρισκόταν υπό ελληνική διοίκηση από τον Ιούλιο του 1920 και είχε ενσωματωθεί στο ελληνικό κράτος από τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, μετά την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών. Σήμερα, η απώλεια της Ανατολικής Θράκης θεωρείται ότι συμπίπτει με τη Μικρασιατική Καταστροφή, στην πραγματικότητα όμως είναι αποτέλεσμα και επακόλουθό της. Ίσως είναι καιρός να μιλήσουμε και για τη Θρακική Καταστροφή, η οποία παραμένει άγνωστη, ανεξήγητη και ουσιαστικά αδικαιολόγητη. Είναι σκόπιμο να γνωρίζουμε τις συνθήκες και τις διεργασίες κάτω από τις οποίες συνέβησαν τα γεγονότα εκείνα. Και αυτό το εννοούμε με τη συναίσθηση ότι ανάλογες συνθήκες συνεχίζουν να υπάρχουν και σήμερα. Πρόκειται για την άνιση διπλωματία που εφαρμόζεται στις ετεροβαρείς σχέσεις μας με τους ισχυρούς προστάτες, που είμαστε υποχρεωμένοι να αναζητούμε.

Οπωσδήποτε, αν η Μικρασιατική Καταστροφή οφείλεται σε δυσμενείς αντικειμενικές συνθήκες, αυτό δεν είναι βέβαιο ότι ισχύει για την αντίστοιχη καταστροφή στη Θράκη. Μπορούμε να απαριθμήσουμε τις δυσμενείς συνθήκες οι οποίες εμφανίσθηκαν κυρίως μετά το 1919 και οδήγησαν στην αποτυχία του Μικρασιατικού Εγχειρήματος, άλλά και επέβαλαν τότε διαφορετική στρατιωτική και πολιτική αντιμετώπιση. Οι δυσμενείς αυτές συνθήκες περιγράφονται, αλλά δεν περιορίζονται με εξελίξεις, όπως η ανάπτυξη του τουρκικού εθνικισμού, ο αγγλογαλλικός ανταγωνισμός στην Εγγύς Ανατολή, το ενδιαφέρον της νεαρής τότε Σοβιετικής Ένωσης και η προσέγγισή της προς το τουρκικό εθνικιστικό κίνημα, η αντίθεση της Γαλλίας, της Ιταλίας και των ΗΠΑ στα σχέδια του Λόυδ Τζώρτζ για ενίσχυση των Ελλήνων ως εταίρων της Μεγάλης Βρετανίας και άλλα. Στοιχεία αρνητικά προς τη Μικρασιατική Επιχείρηση αποτέλεσαν επίσης η στάση πολιτικών και στρατιωτικών παραγόντων της Μεγάλης Βρετανίας, η τότε γεωπολιτική των πετρελαίων, οι πολιτικές εξελίξεις στην Υπερκαυκασία και η στάση του ευρύτερου μουσουλμανικού κόσμου, αλλά και τα περιορισμένα οικονομικά μέσα του ελληνικού κράτους και η έλλειψη οικονομικής υποστήριξης από μέρους της Μεγάλης Βρετανίας.

Τη δραματική αυτή περίοδο της ιστορίας μας την διαχειρίστηκαν από την πλευρά μας ο ιεροφάντης της Μεγάλης Ιδέας Ελευθέριος Βενιζέλος και οι αντίπαλοι και διάδοχοί του. Απέτυχαν και οι δύο. Ο Βενιζέλος γιατί γνώριζε τις δυσμενείς αντικειμενικές συνθήκες και τις αγνόησε και οι διάδοχοί του γιατί δεν τις γνώριζαν, αλλά συνέχισαν την πολιτική του προκατόχου τους. Ένα από τα αίτια και συνέπεια, βέβαια, της αποτυχίας τους ήταν το να πολεμά κατά περίπτωση η μισή Ελλάδα σε κάθε φάση του αγώνα, που ήταν ο κρισιμότερος της σύγχρονης ιστορίας μας.

Οι δυσμενείς συνθήκες στις οποίες αναφερθήκαμε δεν έχουν ερμηνευθεί ακόμη. Συντελούν έτσι, μαζί με άλλους παράγοντες, στο να στερούμεθα εθνικής συναίνεσης, ώστε να συνεχίζεται με κάποιες μορφές ο εθνικός διχασμός μέχρι τις μέρες μας. Η σύγχυση που συνεχίζει να επικρατεί δεν επιτρέπει στους Έλληνες να αξιολογήσουν τα γεγονότα, αλλά και να συνειδητοποιήσουν πραγματικότητες θεμελιώδεις για την ταυτότητα και την αυτογνωσία μας. Έτσι, παραμένουν άγνωστες οι πραγματικότητες της καθ’ ημάς Ανατολής, ενώ δεν μπορεί να αξιολογηθεί το ότι το νέο Ελληνικό Κράτος ιδρύθηκε στις παρυφές του τότε Ελληνισμού και υιοθέτησε θεσμούς ξένους και αδοκίμαστους. Ανάλογη είναι και η άγνοια που επικρατεί σχετικά με την Τουρκία και τις μακροϊστορικές συνέπειες της Μικρασιατικής Καταστροφής. Δεν έχει γίνει κατανοητό ότι η Μικρασιατική Καταστροφή συνεχίζει με κάποιους τρόπους μέχρι τις μέρες μας. Ίσως μπορούμε σήμερα να χαρακτηρίσουμε ως «Τρίτη Άλωση» τη μετακίνηση τουρκικών πληθυσμιακών μαζών προς τις ακτές της Προποντίδας και του Αιγαίου, με αποτέλεσμα η Τουρκία να τείνει να γίνει μια χώρα του Αιγαίου. Πλήρης είναι σήμερα η αδιαφορία μας σχετικά με τη μετάλλαξη αυτή της Τουρκίας και την παράλληλη επιθυμία της να γίνει μέλος της ΕΕ, πράγματα που είναι αναγκαίο να μελετήσουμε για να χαράξουμε μια πολιτική.

Υπάρχει και η ιδεολογική μας σύγχυση. Ο εθνικοαπελευθερωτικός χαρακτήρας του αγώνα στη Μικρά Ασία δεν αναγνωρίζεται σήμερα, ενώ υπάρχει μια ακατανόητη άγνοια και απέχθεια προς τον Ανατολικό Ελληνισμό. Αυτά μπορούν καλύτερα να γίνουν κατανοητά με ένα παράδειγμα: Η Συνθήκη των Σεβρών θεωρείται σήμερα ως εκδήλωση ιμπεριαλιστικής βουλιμίας, και έτσι είναι σε ό,τι αφορά τα συμφέροντα των τότε συμμάχων μας, όχι όμως σε ό,τι αφορά εμάς. Αυτό γιατί, μία απλή ανάλυση των δεδομένων αρκεί για να δείξει ότι η διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν μια μοιρασιά στην οποία οι Ρωμηοί της πάλαι ποτέ Ελληνικής Ανατολής εδικαιούντο και πήραν ένα μερίδιο. Το μερίδιο των Ρωμηών στη Συνθήκη των Σεβρών αντιστοιχούσε στο 7% των εδαφών της σημερινής Τουρκικής Δημοκρατίας, ενώ οι ίδιοι, με τους πιο συντηρητικούς υπολογισμούς αποτελούσαν το 13% του συνολικού πληθυσμού. Αφήνω κατά μέρος το γεγονός ότι οι Ρωμηοί της Ανατολής έλεγχαν τεράστιο τμήμα του πλούτου. Τελικώς, βέβαια, δεν έλαβαν τίποτε και έγιναν πρόσφυγες.


2) Η Ανατολική Θράκη

Η Ανατολική Θράκη αποτελεί σήμερα, μαζί με την Κωνσταντινούπολη, το ευρωπαϊκό τμήμα της Τουρκικής Δημοκρατίας. Ως κύριο τμήμα της ευρύτερης Θράκης και ως προαύλιο της Κωνσταντινούπολης η Ανατολική Θράκη εκατοικείτο ιστορικά κατά πλειονότητα από Έλληνες που ήταν και αστοί και χωρικοί. Η Ανατολική Θράκη αποτελούσε, μέχρι την έναρξη των μεγάλων διωγμών και των εθνικών εκκαθαρίσεων το 1914, την κύρια περιοχή της Θράκης, όπου η υπεροχή του ελληνικού στοιχείου ήταν καταφανής.

Στις αρχές του 20ου αιώνα κατοικούσαν στην Ανατολική Θράκη 360.000 Ρωμηοί. Στην Κωνσταντινούπολη κατοικούσαν 300.000 Ρωμηοί. Ο υπόλοιπος πληθυσμός της Ανατολικής Θράκης, σχεδόν το μισό του συνολικού πληθυσμού, αποτελούσε ένα εθνοτικό αμάλγαμα από Τούρκους, Αλβανούς μουσουλμάνους, Βουλγάρους, Αρμένιους, Τσιγγάνους και Εβραίους.

Οι Ρωμηοί κατοικούσαν στην Ανατολική Θράκη σε πόλεις όπως η Αδριανούπολη (εθνικό και εκπαιδευτικό κέντρο), οι Σαράντα Εκκλησιές με την αγροτική περιφέρειά της, τη γεμάτη αμπελώνες, η αρχαία εμπορική πόλη και λιμάνι της Ραιδεστού και τα πλησίον 28 χωριά των Γανοχώρων, πάνω και γύρω από το μοναστικό κέντρο του όρους Γάνος ή Ιερού Όρους, αλλά και σε μικρότερες πόλεις όπως η Μακρά Γέφυρα, η Βιζύη, η Χώρα και ο Γάνος, οι Επιβάτες, το Εξάστερο και η Σηλύβρια, οχυρό έρεισμα του ευρύτερου αμυντικού συστήματος της Κωνσταντινούπολης. Οι συμπαγείς και ακμαίοι ελληνικοί πληθυσμοί κυριαρχούσαν στα περίχωρα της Κωνσταντινούπολης, στην ακτή της Προποντίδας, στην ανατολική ακτή του Εύξεινου, στο Ιερό Όρος και στην περιοχή των βουνών της Στράντζας. Αλλά και στον κόλπο του Σάρου, στις ακτές του Αιγαίου πλέον, και μέχρι τις εκβολές του Έβρου, όπου και η αρχαία πόλη της Αίνου, κατοικούσαν κατά πλειοψηφία Έλληνες.

Η Θράκη βρίσκεται στο κέντρο περίπου ενός πολύ σημαντικού γεωγραφικού και πολιτισμικού χώρου, όπου συγκεντρώνεται μεγάλο τμήμα της ανθρώπινης ιστορίας και όπου υπάρχουν μερικές από τις διασημότερες τοποθεσίες της υφηλίου. Η Θράκη εκτείνεται κατά μήκος των τριών θαλασσών που είναι συμφυείς με την οικουμενικότητα της Ρωμηοσύνης: του Αιγαίου, της Προποντίδας και του Εύξεινου. Η σημασία της Θράκης για τον Νέο Ελληνισμό δεν είναι μόνο αυτή ενός συστατικού χώρου, αλλά και ενός χώρου αναπόσπαστου με την ταυτότητά του. Σύμφωνα με την παρομοίωση του Πλάτωνα οι Έλληνες μαζεύονται γύρω από τις θάλασσες, όπως τα βατράχια γύρω από τους λάκκους με το νερό μετά τη βροχή.

Για δεκαέξη συνεχείς αιώνες η Κωνσταντινούπολη ήταν η μεγαλύτερη πόλη και πρωτεύουσα των Ελλήνων. Η Κωνσταντινούπολη η ίδια ξεπερνά, ως αυτοκρατορική πόλη, τη σημασία και τη βαρύτητα της Θράκης. Έχει προσφυώς λεχθεί ότι η Κωνσταντινούπολη μόνη της αξίζει όσο μια αυτοκρατορία. Αυτός που την κατέχει μπορεί να επιδιώξει την παγκόσμια κυριαρχία.


3) Οι Σύμμαχοι αποφασίζουν και οι Έλληνες αποδέχονται

Η κατάρρευση του ελληνικού μετώπου στη Μικρά Ασία τον Αύγουστο του 1922 δεν άφησε μόνο τους ελληνικούς πληθυσμούς απροστάτευτους. Η Μεγάλη Βρετανία, η άτυπη και διστακτική σύμμαχος των Ελλήνων, έμεινε τότε χωρίς την προστατευτική ασπίδα του Ελληνικού Στρατού. Αφού ο Ελληνικός Στρατός στη Μικρά Ασία κάλυπτε τα Στενά, την Κωνσταντινούπολη και την ουδέτερη ζώνη που κατείχαν οι Σύμμαχοι στις ακτές της Προποντίδας.

Η άφιξη του Κεμάλ στη Σμύρνη, στις 31 Αυγούστου 1922, σήμανε και την εκδήλωση έντονης κρίσης μεταξύ της Τουρκίας και της Μεγάλης Βρετανίας, αλλά και μεταξύ Μεγάλης Βρετανίας και Γαλλίας. Την κρίση πυροδότησε η δήλωση του Κεμάλ ότι μόνο η παραχώρηση της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία θα απέτρεπε τη σύγκρουσή της με τους Συμμάχους.

Μετά την απαίτηση του Κεμάλ, η Μεγάλη Βρετανία φάνηκε να σχεδιάζει την ανασυγκρότηση του Ελληνικού Στρατού. Είναι γεγονός ότι η κυβέρνηση του Λόυδ Τζωρτζ, με πρωτοστατούντα τον Ουίνστον Τσόρτσιλ, ετοιμαζόταν για πολεμική σύγκρουση με την κεμαλική Τουρκία. Αντίθετα, οι Γάλλοι τους οποίους ανησυχούσε η ελληνοαγγλική συνεργασία στην Εγγύς Ανατολή, απέσυραν τα στρατεύματά τους από το ασιατικό τμήμα της ουδέτερης ζώνης την οποία απειλούσε ο Κεμάλ.

Η Γαλλία διαχώρισε τη θέση της και υποστήριξε την απαίτηση των Τούρκων για προσάρτηση στην Τουρκία της Ανατολικής Θράκης και των Στενών, που οι Τούρκοι θα ουδετεροποιούσαν.

Ωστόσο, η διάσταση στις γνώμες των Βρετανών ιθυνόντων και η απροθυμία της αγγλικής κοινής γνώμης και των αποικιών για πολεμική εμπλοκή με τους Τούρκους, ανάγκασαν την κυβέρνηση του Λόυδ Τζωρτζ να επιδιώξει συνεννόηση με την Τουρκία, μέσω της υποταγής της στις απαιτήσεις της Γαλλίας. Το τίμημα θα ήταν η Ανατολική Θράκη, και θα το πλήρωναν, οι σύμμαχοι της Μεγάλης Βρετανίας, Έλληνες, χωρίς βέβαια να ερωτηθούν. Σημαντικό ρόλο στην απόφαση εκείνη έπαιξε η αφόρητη πίεση του Γάλλου Προέδρου Πουανκαρέ. Η θετική διάθεση ορισμένων Άγγλων προς τους Έλληνες δεν ενισχύθηκε από τη μαχητικότητα, την τόλμη και την αποφασιστικότητα των Ελλήνων που, δυστυχώς, δεν υπήρξαν. Οι Έλληνες βρισκόταν κάτω από την ψυχολογία της ήττας. Άλλωστε, τις μέρες εκείνες η Ελλάδα εστερείτο ουσιαστικά διπλωματικής αντιπροσώπευσης, ενώ το καθεστώς στην Αθήνα βρισκόταν υπό κατάρρευση.

Η απόφαση των Συμμάχων για απόδοση της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία, οδηγούσε και στην εγκατάλειψη της Κωνσταντινούπολης, των Στενών και της ουδέτερης ζώνης. Παρά την ταπείνωση των Συμμάχων, αυτό μπορεί να εξηγηθεί από το ότι ήδη είχαν ικανοποιηθεί από τα κέρδη τους. Η Μεγάλη Βρετανία στη Μεσοποταμία, το Κουρδιστάν και τα πετρέλαια της Μοσούλης. Η Γαλλία, στη Συρία και τον Λίβανο και η Ιταλία, για την καταστροφή της Ελλάδας. Είχαν αποσπάσει την Τουρκία από την προσέγγισή της με τη Σοβιετική Ένωση. Προς μεγάλη, βέβαια, απογοήτευση του Λένιν και του Τρότσκυ, οι οποίοι ιδεοληπτικά φαντάζονταν την Τουρκία ως ηγέτιδα μιας παγκόσμιας αντιαποικιακής επανάστασης. Οι Σύμμαχοι ήθελαν τώρα την Τουρκία ως βασικό κρίκο στη ζώνη απομόνωσης που συγκροτούσαν γύρω από τη νεαρή Σοβιετική Ένωση. Επεδίωκαν την ενίσχυσή της για την αποφυγή της κομμουνιστικοποίησής της. Επιπλέον, είχαν επιλέξει την εθνικιστική Τουρκία ως θεματοφύλακα του Ανατολικού Ζητήματος. Η Ελλάδα δεν τους είχε πείσει ότι μπορούσε να είναι αξιόπιστος εταίρος, όπως είχαν σχεδιάσει ο Βενιζέλος και ο Λόυδ Τζώρτζ. Η ελληνική στρατιωτική πανωλεθρία, ο μικρόψυχος και κοντόφθαλμος ελληνικός διχασμός, όπως και η αλαζονική επιμονή του Κωνσταντίνου να ανακτήσει το θρόνο του, ήταν τα συμπτώματα της ελληνικής αναξιοπιστίας. Η εκχώρηση της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία αποτελούσε την προίκα για τη στενή μελλοντική της σχέση με τους Συμμάχους.

Η απόφαση για την εκκένωση της Θράκης πάρθηκε από τους Συμμάχους στις 9.9.1922 μετά από θυελλώδεις συσκέψεις τριών ημερών στο Παρίσι, μεταξύ του Γάλλου πρωθυπουργού Πουανκαρέ και του Άγγλου υπουργού εξωτερικών Λόρδου Κώρζον. Τις μέρες εκείνες δεν υπήρχε κυβέρνηση στην Αθήνα ικανή να αντιδράσει.

Ωστόσο, δύο μέρες μετά, εκδηλώθηκε στη Χίο και στη Μυτιλήνη το επαναστατικό κίνημα του Πλαστήρα και του Γονατά. Στόχος τους ήταν η ανατροπή του Κωνσταντίνου και η σωτηρία της Ανατολικής Θράκης. Το σύνθημά τους ήταν «Ελλάς - Σωτηρία». Είναι προφανές ότι ο χρόνος δεν ήταν με το μέρος των Ελλήνων, αφού οι αποφάσεις των Συμμάχων είχαν ήδη παρθεί. Άλλωστε, ο επαναστατημένος στρατός έπλευσε προς την Αττική, ενώ υπήρχε απόλυτη ανάγκη να κατευθυνθεί στη Θράκη. Είναι γνωστό όμως ότι ο Λόυδ Τζώρτζ στεναχωρήθηκε γιατί οι εξελίξεις στην Ελλάδα άργησαν μερικές ημέρες. Η επαναστατική επιτροπή διόρισε τον Ελ. Βενιζέλο που βρισκόταν στο Παρίσι για να χειρισθεί την ελληνική διπλωματία στο εξωτερικό. Περίμεναν δηλαδή από τον Βενιζέλο να ανατρέψει τα τετελεσμένα που είχαν ήδη δημιουργηθεί και πίστευαν στο άστρο του.
Δυστυχώς, ο Βενιζέλος δεν ικανοποίησε τις προσδοκίες της νέας ελληνικής κυβέρνησης. Το γιατί, συζητείται μέχρι σήμερα.

Στο εύλογο ερώτημα του Λόρδου Κώρζον: "Ποιός θα υποχρεώσει τους Έλληνες να εγκαταλείψουν την Ανατολική Θράκη;", απάντησαν οι ίδιοι οι Έλληνες. Η Ανατολική Θράκη εγκαταλείφθηκε εθελόδουλα, ώστε να μην βρεθεί η Μεγάλη Βρετανία στη δυσάρεστη θέση να συγκρουσθεί με την Τουρκία. Και αυτό παρά το ότι πολλοί πίστευαν ότι αρνούμενοι να εγκαταλείψουν την Ανατολική Θράκη τις μέρες εκείνες, οι Έλληνες δεν είχαν να χάσουν τίποτε και θα κέρδιζαν πολύτιμο χρόνο.

Αν υποθέσουμε ότι η Ελληνική Κυβέρνηση αρνείτο να συμμορφωθεί προς τις αποφάσεις του Συμμαχικού Διευθυντήριου. Τί θα γινόταν τότε;
α) Είτε η Τουρκία θα επιτίθετο στην αγγλοκρατούμενη ζώνη στο Τσανάκ Καλέ. Στην περίπτωση αυτή η Αγγλία θα αναγκαζόταν να συγκρουστεί με την Τουρκία, προς μεγάλη ικανοποίηση του Ουίνστον Τσόρτσιλ και του Λόυδ Τζώρτζ, αλλά και όλων των Ελλήνων.
β) Είτε η Τουρκία θα αναγκαζόταν να αποδεχθεί την κατάσταση, όπως είχε διαμορφωθεί. Η Ελλάδα πιθανότατα θα κρατούσε μεγάλο τμήμα της Ανατολικής Θράκης.
γ) Ήταν επίσης ενδεχόμενο η Τουρκία να αποβιβάσει στρατεύματα στη θρακική ακτή της Μαύρης Θάλασσας ή μέσω του Βοσπόρου. Το ενδεχόμενο αυτό συζήτησε ο Ουίνστον Τσόρτσιλ και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι γραμμές επικοινωνίας των Τούρκων θα βρισκόταν στο έλεος των τηλεβόλων του στόλου.
δ) Στην απίθανη περίπτωση που η Αγγλία θα ταπεινωνόταν τόσο, ώστε να επιτρέψει στα κεμαλικά στρατεύματα να παραβιάσουν την κατεχόμενη ζώνη για να βρεθούν σε επαφή με το ελληνικό μέτωπο, τότε ο τουρκικός στρατός θα έπρεπε να διαβεί τον Βόσπορο, τα Δαρδανέλια ή την Προποντίδα, πράγμα πολύ δύσκολο αν όχι αδύνατο.
Σε κάθε περίπτωση, θα υπήρχε άφθονος χρόνος για την Ελλάδα να ανασυντάξει τη Στρατιά της Θράκης όπως και τελικά έγινε.

Στη συνομιλία του με τον Κώρζον στις 19.9.1922 ο Ελ. Βενιζέλος αρνήθηκε τη δυνατότητα αποχώρησης του Ελληνικού Στρατού από την Ανατολική Θράκη πριν από τη Διάσκεψη της Ειρήνης. Σε μια τέτοια περίπτωση δεν θα υπήρχε τίποτε προς διαπραγμάτευση. Ο Κώρζον αισθάνθηκε αμηχανία μπροστά στα επιχειρήματα του Βενιζέλου, που ήταν τα ίδια με αυτά που είχε ο ίδιος επικαλεσθεί όταν ο Πουανκαρέ του είχε ζητήσει ακριβώς το ίδιο πράγμα με αυτό που ζητούσε τώρα ο Κώρζον από τον Βενιζέλο. Κατά τον Κώρζον, η νύξη της παράδοσης της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία, έκανε τον Βενιζέλο ανίσχυρο να διατηρήσει τη συνηθισμένη του ψυχραιμία. Ωστόσο, μετά δύο μόνο μέρες, ο Βενιζέλος ανακοίνωσε στον Κώρζον ότι συνέστησε στην Ελληνική Κυβέρνηση να δεχθεί αμέσως την εκκένωση της Ανατολικής Θράκης. Δεν είναι γνωστό το τι μεσολάβησε. Όπως και δεν είναι γνωστά όλα τα παρασκήνια των αποφάσεων, αλλά και άλλες λεπτομέρειες, όπως π.χ. η μη ανταπόκριση του Λόυδ Τζώρτζ στις φορτικές εκκλήσεις για βοήθεια στους Έλληνες από τον Μπάζιλ Ζαχάρωφ.

Είναι γνωστά τα τηλεγραφήματα του Βενιζέλου προς τη νέα επαναστατική κυβέρνηση της Αθήνας: «...Επήλθον ήδη καταστροφαί ανεπανόρθωτοι... Οι τρεις μεγάλαι και πρώην σύμμαχοι ημών Δυνάμεις απεφάσισαν την απόδωσιν ταύτης εις την Τουρκίαν. Ουδείς δε εχέφρων πολίτης δύναται να διανοηθεί την συνέχειαν του πολέμου προς την Τουρκίαν, με πλήρη ημών διπλωματικήν και στρατιωτικήν απομόνωσιν...» έγραφε και πρόσθετε ότι οι Τούρκοι θα απειλούσαν και τη Δυτική Θράκη. Τελείωνε δε με τη δήλωση ότι σε περίπτωση που η κυβέρνηση θα αποφάσιζε να κρατήσει την Ανατολική Θράκη τότε ... «αι θερμαί ευχαί μου θα συνοδεύσουν τον αγώνα τούτον του Έθνους, αλλά ευρίσκομαι, εν τοιαύτη περιπτώσει, εις την θλιβεράν ανάγκην να αρνηθώ την αποδοχήν της τιμητικής εντολής, όπως αντιπροσωπεύσω την χώραν εις το εξωτερικόν». Πρόκειται για φράσεις που δεν θα περίμενε κανείς ότι θα τις έγραφε ο μέχρι τότε γνωστός Βενιζέλος.

Δεν είναι απολύτως σαφής και γνωστή η στάση και το φρόνημα του Ελληνικού Στρατού τις τρομερές εκείνες ημέρες. Υπάρχουν ενδείξεις ότι ο νέος Έλληνας αρχιστράτηγος Νίδερ ζήτησε να παραβιάσει την ουδέτερη ζώνη στην Κωνσταντινούπολη και να βαδίσει ταχύτατα προς τον Βόσπορο. Πολλοί, στην ηγεσία της επανάστασης του 1922, είχαν παρόμοια στάση. Ωστόσο, είναι αμφίβολο το αν ο στρατηγός Νίδερ διέθετε στρατό με δυνατότητα προέλασης τον Σεπτέμβριο του 1922. Ο Ν. Πλαστήρας, που διαφώνησε με την απόφαση εκκένωσης, μεταπείστηκε από τον Ελευθέριο Βενιζέλο.

Παραμένει το γεγονός ότι ο τουρκικός στρατός δεν ήταν σε θέση να διαπλεύσει την Προποντίδα και να επιτύχει την κατάληψη της Ανατολικής Θράκης. Οι Τούρκοι δεν διέθεταν ναυτική δύναμη και η δύναμη πυρός των ελληνικών θωρηκτών ήταν σημαντική με τα δεδομένα της εποχής εκείνης. Γι’ αυτό οι Άγγλοι είχαν ζητήσει την έξοδο του ελληνικού στόλου από την Προποντίδα κατά τις ημέρες της κρίσης πριν τη Διάσκεψη Ανακωχής. Υπήρχε επίσης και μία στρατηγική συνιστώσα στο να αρνηθούν οι Έλληνες να εκκενώσουν την Ανατολική Θράκη. Μία τέτοια κατάσταση έφερνε αμέσως σε ευθεία αντιπαράθεση τους Συμμάχους με την Τουρκία και το λιγότερο που θα κέρδιζαν οι Έλληνες ήταν πολύτιμος χρόνος. Η διάβαση των Τούρκων από τον Βόσπορο η τον Ελλήσποντο, που κατείχαν με ασθενείς δυνάμεις οι Άγγλοι, σήμαινε Αγγλο-Τουρκική σύγκρουση, κάτι που εξυπηρετούσε τα στρατηγικά συμφέροντα της Ελλάδας. Βρισκόταν δηλαδή η νικημένη Ελλάδα σε θέση που της έδινε τη δυνατότητα να δημιουργήσει μία αγγλική ασπίδα και να αποφύγει νέα σύγκρουση με τους Τούρκους. Βέβαια, η ηττημένη χώρα δεν φαινόταν να έχει τις οικονομικές δυνατότητες για να συνεχίσει τον πόλεμο. Ωστόσο, η ιστορική εμπειρία μας διδάσκει ότι λαοί που είναι αποφασισμένοι και θέλουν να επιβιώσουν βρίσκουν τα μέσα για να αντισταθούν.


3) Η Διάσκεψη Ανακωχής των Μουδανιών.

Η Διάσκεψη των Μουδανιών, οργανώθηκε από τους Συμμάχους για τη σύναψη της ανακωχής και κράτησε από τις 20 έως 28.9.22. Εκεί η Ελλάδα έπαιξε τον ρόλο βωβού παρατηρητή στον οποίο ανακοινώθηκαν οι εις βάρος του όροι. Ο σκοπός της διάσκεψης ανακωχής των Μουδανιών ήταν να υποχρεωθούν οι Έλληνες να αποσυρθούν από την Ανατολική Θράκη. Το αντάλλαγμα εκ μέρους των Τούρκων θα ήταν ο σεβασμός της ουδέτερης συμμαχικής ζώνης και των Στενών μέχρι την τελική Διάσκεψη Ειρήνης μεταξύ των Συμμάχων και των Τούρκων. Οι Έλληνες εκλήθησαν στα Μουδανιά για να αποδεχθούν τα σε βάρος τους τετελεσμένα γεγονότα. Και αυτό έκαναν. Έγινε δηλαδή εκεί, μία διευθέτηση των συμμαχικών σχέσεων με την Τουρκία, εξόδοις της Ελλάδας.

Η διάσκεψη άρχισε χωρίς τους Έλληνες, που δεν είχαν ακόμη φθάσει, με κύριο θέμα τη γραμμή που θα αποσύρονταν οι Έλληνες. Πρόκειται δηλαδή για μια ιδιόρρυθμη διάσκεψη ανακωχής που προδικάζει τη Συνθήκη Ειρήνης. Για μια ανακωχή που υποχρεώνει τον έναν από τους δύο αντιπάλους να υποχωρήσει πολύ πέραν της γραμμής, την οποία κατείχε, και να παραχωρήσει μεγάλες εκτάσεις στον αντίπαλο. Κατά την αφήγηση του Ισμέτ Ινονού στον Σπύρο Μαρκεζίνη το 1972, δέχθηκαν όλοι την προτροπή του: «Ας φθάσουμε σε ένα αποτέλεσμα και οι Έλληνες θα υποχρεωθούν να το δεχθούν». Οι Έλληνες, απλώς προσήλθαν την επαύριο για να τους ζητηθεί να προσυπογράψουν ό,τι οι άλλοι αποφάσισαν εις βάρος τους. Δεν επέτρεψαν στους Έλληνες να παρακαθίσουν στην τράπεζα της Διάσκεψης ως ισότιμοί τους, αλλά τους καλούσαν για ενημέρωση σε κάποιο από τα συμμαχικά πλοία. Μία άλλη διαπίστωση ταπεινωτική για τους Έλληνες είναι ότι οι Γάλλοι και οι Ιταλοί φέρονταν ως σύμμαχοι της Τουρκίας. Μόνον οι απαυδισμένοι Άγγλοι διαπραγματεύονταν, παρεμπιπτόντως, τα συμφέροντα της Ελλάδας. Κατά τον Σπύρο Μαρκεζίνη «οι Έλληνες παρέμειναν βωβοί θεατές και οι Τούρκοι ήγειρον συνεχώς και νέας αξιώσεις». Ο στρατηγός Σαρπύ με την καθοδήγηση του Φρακλίν Μπουγιόν, δέχθηκε όλα τα αιτήματα των Τούρκων. Ακολούθησαν οι Ιταλοί και μετά οι διστακτικοί Άγγλοι. "Η Θράκη μας παραδόθηκε χωρίς να ριφθεί ούτε ένας πυροβολισμός", σχολίαζε μετά από πενήντα χρόνια ο Ισμέτ Ινονού.

4) Η εκκένωση της Ανατολικής Θράκης

Στις 25.9.1922 ο Βενιζέλος τηλεγράφησε από το Παρίσι: «Ανατολική Θράκη απωλέσθη ατυχώς δι' Ελλάδα», και: «ανάγκη Θράκες να εγκαταλείψωσι την γην, ην από τόσων αιώνων κατοικούσιν, αυτοί και πρόγονοί των». Ήταν ακόμη μία από τις εθνικές εκκαθαρίσεις του 20ου αιώνα. Η Συμφωνία Ανακωχής των Μουδανιών δεν επέβαλε και την αποχώρηση του ελληνικού πληθυσμού. Ωστόσο, οι γενοκτονικές πρακτικές των Τούρκων είχαν δημιουργήσει ένα κλίμα πανικού και φόβου που ανάγκασαν σύσσωμο τον χριστιανικό πληθυσμό να αποχωρήσει ακολουθώντας τον Ελληνικό Στρατό.

Η εκκένωση της Ανατολικής Θράκης σήμαινε τη μετακίνηση των 260.000 Θρακών προσφύγων με την οικοσκευή τους και μέρος της σοδειάς τους, όπως και την αποχώρηση δεκάδων χιλιάδων προσφύγων από τη Μικρά Ασία, οι οποίοι τον προηγούμενο μήνα, με την κατάρρευση του μετώπου της Μικράς Ασίας, είχαν καταφύγει στη Θράκη. Μετακινήθηκαν επίσης Αρμένιοι, Κιρκάσιοι και Τούρκοι αντικεμαλικοί των οποίων ο αριθμός δεν είναι γνωστός. Τη μετακίνηση συμπλήρωσε η αποχώρηση 70.000 περίπου στρατιωτών της Στρατιάς Θράκης, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν δυτικά του Έβρου. Μαζί, και τελευταίοι, αποχώρησαν οι Έλληνες δημόσιοι υπάλληλοι και η ελληνική χωροφυλακή. Κατά τις είκοσι ημέρες της εκκένωσης της Θράκης δηλαδή, μετακινήθηκαν προς δυτικά πάνω από 450.000 άτομα. Οι μετακινήσεις έγιναν με τραίνα, με πλοία και οδικώς με κάρα, τα οποία ήταν τότε διαθέσιμα στη Θράκη. Η εγκατάλειψη της Ανατολικής Θράκης είχε ολοκληρωθεί το τελευταίο δεκαήμερο του Οκτωβρίου του 1922.


5) Γιατί οι Έλληνες δεν αντιστάθηκαν;

Δεν μας είναι γνωστό κάτω από ποιές συνθήκες οδηγήθηκε ο Ελευθέριος Βενιζέλος στο να επιμείνει στην αποδοχή της εκκένωσης της Ανατολικής Θράκης και να αποδεχθεί τα τετελεσμένα. Ίσως, ο κυκλοθυμικός χαρακτήρας του επηρεάστηκε από τα καταστροφικά αποτελέσματα της μικρασιατικής του περιπέτειας. Νόμιζε ότι δεν ευθυνόταν για την καταστροφή και ότι προφύλασσε το έθνος από άλλες καταστροφές. Υπάρχει βέβαια και το στοιχείο της ρεαλιστικής αντιμετώπισης μιας κατάστασης που όπως φαινόταν τότε ήταν εξαιρετικά δύσκολη: η χώρα είχε ηττηθεί, ο Στρατός είχε διαλυθεί και εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες στερούνταν στέγης και τροφής. Δεν μπορούμε να κατηγορήσουμε τον Βενιζέλο για τη μικρασιατική του πολιτική. Ήταν εμφανής η διάθεση και η κατεύθυνση των Νεότουρκων για τη γενοκτονική εξόντωση του Μείζονος Ελληνισμού της Ανατολής. Οι προθέσεις των Νεότουρκων για πλήρες ξερίζωμα η εξόντωση των μη μουσουλμανικών πληθυσμών στη Μικρά Ασία και τη Θράκη, φάνηκαν αμέσως μετά την επικράτησή τους. Λίγο μετά, υποστηρίχθηκαν θερμά από τους Γερμανούς συμμάχους τους.

Η μεγάλης κλίμακας ανατολική πολιτική του Βενιζέλου τελειώνει με τις μοιραίες εκλογές της 1.11.1920, όπως τελειώνει και η ιστορικών διαστάσεων πολιτική του παρουσία. Έκτοτε, δεν υπάρχει ανατολική πολιτική στην Ελλάδα. Κατά το Λόυδ Τζωρτζ οι εκλογές της 1.11.1920 συγκρίνονταν με την άλωση της Κωνσταντινούπολης. Δεν φανταζόταν τότε, ότι αυτό που θα επακολουθούσε θα ήταν ακόμη τρομερότερο. Η μομφή για τον Βενιζέλο μπορεί να δοθεί για τη ανεξήγητη απόφαση των εκλογών εκείνων, όπως και για την έλλειψη τόλμης τον Σεπτέμβριο του 1922. Βέβαια, η μομφή απευθύνεται στον Βενιζέλο, γιατί οι πολιτικοί αντίπαλοί του, παρά τον πατριωτισμό τους, διέπραξαν τεράστια σφάλματα και ήταν σαφώς ανίκανοι να δώσουν λύση στη μικρασιατική εμπλοκή την οποία ο ίδιος ο Βενιζέλος είχε δημιουργήσει. Ο Βενιζέλος ήταν ο μόνος που διέθετε την τόλμη, το διεθνές κύρος και τις ικανότητες που ήταν απαραίτητες για την απεμπλοκή από τη Μικρά Ασία, όταν ήταν πια φανερό το αδιέξοδο και οι διεθνείς συγκυρίες ήταν πια δυσμενείς. Υπήρχε χρόνος κατά τον οποίο ήταν ακόμη δυνατό να διασωθεί ο Ελληνισμός της Ανατολής, η Ανατολική Θράκη και ίσως και η Κωνσταντινούπολη. Ωστόσο, Βενιζέλος του 1922 δεν είναι ο Βενιζέλος του 1915 ή του 1919. Για πρώτη φορά φαίνεται να τον διακρίνει κάποια απαισιοδοξία και παραίτηση. Έχει απορρίψει τη Μεγάλη Ιδέα και πιστεύει πλέον ότι τα όρια του Ελληνισμού βρίσκονται στον Έβρο. Η έλλειψη ενδιαφέροντος του Βενιζέλου για την Ανατολική Θράκη μας φαίνεται σήμερα αδικαιολόγητη, όπως και η σύνταξή του με το κλίμα της απογοήτευσης και της παραίτησης. Οπωσδήποτε, η αντίληψη του Βενιζέλου για το Ανατολικό Ζήτημα δεν απέδιδε μεγάλη σημασία στη Θράκη, αφού η πραγμάτωση της Μεγάλης Ιδέας ήταν γι’ αυτόν αδύνατη χωρίς ελληνική παρουσία στην ασιατική πλευρά του Αιγαίου.

H απόφαση για την εγκατάλειψη της Ανατολικής Θράκης χωρίς αντίσταση, ο πανικός και η αδυναμία συνεννόησης δεν μπορούν να εξηγηθούν μόνο από την κόπωση και το βάρος της ήττας που πίεζε τους Έλληνες τις μέρες εκείνες. Η ελληνική νευρικότητα και απογοήτευση μπορούν ίσως να ανιχνευθούν σε ό,τι οι αλλεπάλληλες καταστροφές και συμφορές έχουν συσσωρεύσει στο συλλογικό ελληνικό υποσυνείδητο.

Εκείνο που πρέπει να παρατηρήσουμε αφορά τη νοοτροπία της εξάρτησης που χαρακτηρίζει τη χώρα μετά τη δημιουργία του νέου ελληνικού κράτους. Δηλαδή, την τυφλή πίστη στην παντοδυναμία και τη στήριξη των υποτιθέμενων ξένων συμμάχων μας. Κατά τις δραματικές μέρες πριν από τον Αύγουστο του 1922, κυριαρχούσε η εντύπωση ότι οι Άγγλοι δεν θα επέτρεπαν νίκη των Τούρκων. Μετά την καταστροφή, όλοι, με λίγους διαφωνούντες, που οι διαφωνίες τους πνίγηκαν μέσα στη γενική επιθυμία υποταγής στις συμμαχικές υποδείξεις, ήταν τυφλά πρόθυμοι να πράξουν ό,τι θα επέβαλε το συμμαχικό διευθυντήριο. Ο ίδιος ο Βενιζέλος υποδείκνυε τη συμμόρφωση σε ό,τι επιθυμούσαν οι Άγγλοι. Ζούσε ακόμη στο κλίμα των καλών ημερών. Οι Σύμμαχοι, όμως, δεν νοιάζονταν για τίποτε άλλο από τα συμφέροντά τους και αυτά δεν ήταν τότε ίδια με τα συμφέροντα της Ελλάδας.

Χαρακτηριστικά αναφέρω ότι οι Πλαστήρας – Γονατάς ζήτησαν από τον Άγγλο Πρέσβη στην Αθήνα να υποδείξει ο ίδιος τη σύνθεση της Κυβέρνησής τους. Ακόμη και ο Ελ. Βενιζέλος πρόσεχε να είναι πάντα αρεστός στη Μεγάλη Βρετανία. Είναι αντιπροσωπευτικός ο τρόπος με τον οποίο αρχίζει την επιστολή του προς τον Στρατηγό Νίδερ, Διοικητή της Στρατιάς Θράκης την 2.11.1922, αμέσως μετά την εγκατάλειψη της Ανατολικής Θράκης.


Γράφει ο Βενιζέλος:

«Φίλτατε στρατηγέ,
Επιθυμώ να σας συγχαρώ διά την επιτυχίαν μεθ’ης εξετελέσατε την θλιβεράν εντολήν της εκκενώσεως της Αν.Θράκης. θέλω να σας είπω πόσην αληθή υπερηφάνειαν ησθάνθην, όταν εις το υπουργείον των Εξωτερικών εν Αγγλία μου ανεκοίνωσαν σχετικόν τηλεγράφημα του στρατηγου Χάριγκτον, εκφράζοντος την εκτίμησίν του διά τον τρόπον καθ΄ όν έγινε η εκκένωσις….»

Μας είναι, πράγματι, οδυνηρό το να παρακολουθούμε τον ιδιοφυή πολιτικό, που πριν δύο χρόνια πρωταγωνιστούσε στη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και στην εκδίωξη των Τούρκων από την Ευρώπη, να αισθάνεται τώρα υπερήφανος με τον αμφίβολο έπαινο ενός ασήμαντου στρατηγού, που δεν έτρεφε καμία εκτίμηση για τους Έλληνες. Και τί έπαινο! Έπαινο γιατί οι Έλληνες οργάνωσαν αποτελεσματικά την ταφική πομπή του Ελληνισμού της Θράκης.

Δυστυχώς στην πολιτική που ασκήθηκε από μέρους των Ελλήνων κυριάρχησε η φροντίδα να εξυπηρετηθεί πρώτα η Μεγάλη Βρετανία, ώστε ανεπαισθήτως παραμερίστηκαν τα ελληνικά συμφέροντα.


6) Τα επακόλουθα

Η εξαγορά της Τουρκίας με την εκχώρηση της Ανατολικής Θράκης δημιούργησε δυσμενή κατάσταση για τη χώρα μας, η οποία έχασε τη θέση του στρατηγικού εταίρου της Μεγάλης Βρετανίας. Έκτοτε η Τουρκία παραμένει στο στρατόπεδο στο οποίο ανήκει και η Ελλάδα και όπου πάντα η Τουρκία βαρύνει περισσότερο από μας. Εκτός από τη διατήρηση της Ανατολικής Θράκης, κύριος σκοπός της διπλωματίας μας το 1922 θα έπρεπε να είναι και η ματαίωση της προσέγγισης Μεγάλης Βρετανίας – Τουρκίας. Η παραμονή μας στην Ανατολική Θράκη εξυπηρετούσε αμφότερους τους στόχους.

Με την εγκατάλειψη της Ανατολικής Θράκης από τους Έλληνες οι Τούρκοι επιστρέφουν στην Ευρώπη και θέτουν μια υποθήκη που σήμερα ονομάζεται: «Ευρωπαϊκός προσανατολισμός της Τουρκίας». Χωρίς την παρουσία της στην Ανατολική Θράκη και την Κωνσταντινούπολη, η Τουρκία γίνεται αυτό που πραγματικά είναι, δηλαδή μία χώρα της Ασίας με σαφή ασιατική ταυτότητα. Η μικρασιατική ήττα της Ελλάδας και το ιστορικά πρωτοφανές γεγονός της συγκέντρωσης όλων των Ελλήνων στην ευρωπαϊκή τους κοιτίδα δημιουργούν συνθήκες που τροφοδοτούν μια κρίση ταυτότητας και στις δύο χώρες. Στην Τουρκία, με το να παραμένει μετέωρη σαν τις κρεμαστές γέφυρες του Βοσπόρου ανάμεσα στην Ευρώπη και στην Ασία και ανάμεσα σε ένα ψευδεπίγραφο δυτικό προσανατολισμό και σε μια ασιατική ταυτότητα. Στην Ελλάδα με το να προσπαθεί να ενταχθεί στο δυτικό ευρωπαϊκό σύστημα, αφού έχει χάσει την οικουμενική της διάσταση και τον μείζονα Ελληνισμό της καθ’ ημάς Ανατολής.

Η ελληνική γεωπολιτική σκέψη δεν έχει ακόμη κατορθώσει να εκτιμήσει σωστά το μέγεθος και τη σημασία των γεγονότων. Και αυτό είναι αναγκαίο, γιατί ίσως δεν απέχουμε πολύ από την εποχή κατά την οποία η Τουρκία θα αναδειχθεί και πάλι ως ένα πανευρωπαϊκό πρόβλημα. Ίσως τότε η Μικρασιατική Καταστροφή αποκτήσει τις διαστάσεις μιας ήττας ολόκληρης της Ευρώπης, αλλά και ίσως η εγκατάλειψη της Ανατολικής Θράκης από τους Έλληνες θα αναγνωρισθεί ως ένα ασύγγνωστο σφάλμα.


Παράρτημα Ι

Παραθέτουμε, τέλος, τη μαρτυρία του Αλέξανδρου Μαζαράκη-Αινιάνος, από το βιβλίο του "Απομνημονεύματα", που εκδόθηκε στην Αθήνα το 1948. Ο στρατηγός Μαζαράκης, ένας από τους πρωταγωνιστές της απελευθέρωσης της Θράκης το 1920, ήταν επί κεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπίας στη Διάσκεψη Ανακωχής των Μουδανιών τον Σεπτέμβριο του 1922.

«… Τον Σεπτέμβριον του 1922 εκλήθην εις το Υπουργείον των Εξωτερικών, όπου μου ανέθεσαν να αντιπροσωπεύσω την Ελλάδα εις την μέλλουσαν να συνέλθη την 20 Σεπτεμβρίου εις Μουδανιά διάσκεψιν στρατιωτικών αντιπροσώπων της Ελλάδος, της Τουρκίας, της Γαλλίας, της Αγγλίας και Ιταλίας, προς σύναψιν ανακωχής. …
»Σημειωτέον ότι και εγώ και η κυβέρνησις ενομίζαμε ότι επρόκειτο μόνον περί ανακωχής, περί των γραμμών δηλαδή όπισθεν των οποίων θα έμενεν ο ελληνικός και ο τουρκικός στρατός μέχρι της συνθήκης της ειρήνης, ως άλλως εξήγετο και από την διακοίνωσιν των δυνάμεων.
»Της επιτροπής μετείχον εκ μέρους της Αγγλίας ο στρατηγός Χάριγκτον, της Γαλλίας ο στρατηγός Σαρπύ, της Ιταλίας ο στρατηγός Μομπέλλι, της Τουρκίας (τον οποίον διόλου δεν συνήντησα) ο στρατηγός Ισμέτ Πασσάς. Ούτοι δεν ανέμενον την άφιξίν μας αλλά συνεδριάσαντες την 20–21 είχον ήδη παρασκευάσει το κείμενον της ανακωχής το οποίον και μας παρουσίασαν προς αποδοχήν την 22αν. Εις την πρώτην συνεδρίασιν της 22ας Σεπτεμβρίου, γενομένην επί αγγλικού θωρηκτού, μας επέδειξαν κείμενον έτοιμον της συνθήκης της ανακωχής εις το οποίον είχον μείνει σύμφωνοι οι Τούρκοι και οι τέως σύμμαχοί μας, χωρίς καν να μας ερωτήσουν. Δια τούτο ωρίζετο η άμεσος εκκένωσις της Θράκης υπό του ελληνικού στρατού μέχρι τον Έβρον και ότι επρόκειτο μόνον να συζητηθούν αι λεπτομέρειαι της εκτελέσεως. Εδήλωσα αμέσως ότι το κείμενον τούτο προδικάζει την συνθήκην της ειρήνης, ότι εγώ ήλθον δια να συζητήσω περί ανακωχής και όχι δια να ακούσω την άμεσον κατάληψιν της Θράκης υπό των Τούρκων και ότι υπό τοιούτους όρους θεωρώ τούτο απαράδεκτον και ούτε οδηγίας τοιαύτας έχω, ούτε καν θέλω να λάβω γνώσιν. Κατά την διεξαχθείσαν συζήτησιν ο Γάλλος αντιπρόσωπος στρατηγός Σαρπύ εζήτει με νευρικότητα και εκβιαστικώς να μας πιέση εις άμεσον αποδοχήν των πάντων, επισείων τους κινδύνους της παρελκύσεως, αφού δήθεν οι σύμμαχοι ανέλαβον να πείσουν τον Κεμάλ να μη διαπεραιωθή εις Ευρώπην και μας καταδιώξη και παρεχώρησαν εις αυτόν την Θράκην, η οποία παραχώρησις είναι οριστική. …
»Υπό τας συνθήκας ταύτας μετέβην εις την επί του αντιτορπιλλικού σύσκεψιν όπου ευθύς αμέσως εδήλωσα ότι μη γενομένης δεκτής ουδεμιάς ημετέρας προτάσεως δεν δύναμαι να υπογράψω. …
»Αλλά θα ήτο η ιδία η στάσις της Αγγλίας εάν έβλεπε μετ' ολίγας ημέρας, μετά ένα μήνα, σημαντικήν εις τη Θράκην ελληνικήν δύναμιν με την στερράν απόφασιν να κρατήση και να αμυνθή αυτής; Θα ήτο διατεθειμένη τότε να συμμετάσχη με τας δύο άλλας δυνάμεις εις εκβιαστικά εναντίον της Ελλάδος μέτρα; Και επί πλέον, εάν αφιέμεθα μόνοι απέναντι των Τούρκων, θα ηδύναντο αυτοί, ενόσω με τον στόλον μας είμεθα κύριοι της Προποντίδος, να διαπεραιώσουν σημαντικάς δυνάμεις εξ Ασίας εις Θράκην; Βεβαίως όχι. Υπάρχει λοιπόν βάσιμος ελπίς ότι εάν παρετείναμεν την εκκρεμότητα, μη δεχόμενοι την εκκένωσιν της Θράκης και εν τω μεταξύ συντόνως ενισχύαμεν και ωργανούμεν τας εκεί στρατιωτικάς δυνάμεις μας, η μεν Ευρώπη δεν θα ήτο ηνωμένη δια να επέμβη, οι δε Τούρκοι δεν θα είχον εις χείρας των κανέν όπλον δια να εκβιάσουν και ημάς και την Ευρώπην.
»Προκειμένου, επαναλαμβάνω, δια τόσον μεγάλον έπαθλον όπως η Θράκη, ήξιζε τον κόπον να μεταχειρισθή η Ελλάς όλα τα μέσα δια να την κρατήση, φθάνουσα μέχρι του τελευταίου σημείου, όπου θα έβλεπε πλέον ότι η αντίστασίς της ήτο άσκοπος και εγέννα δεινοτέρους κινδύνους.
»Νομίζω λοιπόν ότι και ο Βενιζέλος εν Παρισίοις και η επανάστασις εν Αθήναις έσπευσαν πολύ, χάσαντες απ' αρχής κάθε ελπίδα, να αποδεχθούν την εκκένωσιν της Ανατολικής Θράκης….»




Παράρτημα ΙΙ

Χρονολογικός πίνακας γεγονότων. Οι ημερομηνίες είναι στο παλιό Γρηγοριανό ημερολόγιο, το οποίο ίσχυε τότε στην Ελλάδα. Το νέο Ιουλιανό ημερολόγιο, το οποίο ίσχυε τότε στην Ευρώπη προκύπτει με την πρόσθεση 13 ημερών. Το Ιουλιανό ημερολόγιο εφαρμόσθηκε στην Ελλάδα το 1923.


13.08.1922 Τουρκική επίθεση στο Αφιόν Καραχισάρ
14.08.1922 Διάσπαση του ελληνικού μετώπου στο Αφιόν Καραχισάρ
21.08.1922 Διάταγμα αποστράτευσης των προ του 1918 κλάσεων του Ελληνικού Στρατού
27.08.1922 Είσοδος των Τούρκων στη Σμύρνη
29.08.1922 Οι Άγγλοι αρχίζουν να οχυρώνουν το Τσανάκ Καλέ και να συγκεντρώνουν δυνάμεις
31.08.1922 Ο Κεμάλ στη Σμύρνη. Δήλωσή του ότι μόνο η παραχώρηση της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία θα απέτρεπε τη σύγκρουσή του με τους Συμμάχους
02.09.1922 Το αγγλικό υπουργικό συμβούλιο αποφασίζει να αντιμετωπίσει ένοπλα απόπειρα παραβίασης της ουδέτερης ζώνης στο Τσανάκ Καλέ από τους Τούρκους
02.09.1922 Έκκληση των Άγγλων προς τις αποικίες για στρατιωτική ενίσχυση κατά της Τουρκίας
03.09.1922 Άρνηση των αποικιών, εκτός της Νέας Ζηλανδίας, για αποστολή στρατευμάτων στα Δαρδανέλλια.
03.09.1922 Ανακοίνωση της αγγλικής κυβέρνησης ότι θα αντιμετωπισθεί με πόλεμο η παραβίαση της ουδέτερης ζώνης από την Τουρκία
03.09.1922 Άφιξη του Πλαστήρα στη Χίο. Αμέσως αρχίζει την προετοιμασία κινήματος
04.09.1922 Αποχώρηση των γαλλικών και ιταλικών στρατευμάτων από το Τσανάκ Καλέ
05.09.1922 Τουρκικά στρατεύματα εισέρχονται στην ουδέτερη ζώνη στην περιοχή του Τσανάκ Καλέ. Αμφότεροι Τούρκοι και Άγγλοι δεν ανοίγουν πυρ
06.09.1922 Οι τελευταίοι Έλληνες στρατιώτες αποχωρούν από τη Μικρά Ασία
06.09.1922 Άφιξη του Λόρδου Κώρζον στο Παρίσι. Αγγλογαλλική ρήξη
07.09.1922 Αποχώρηση των γαλλικών και ιταλικών στρατευμάτων από το Τσανάκ Καλέ
09.09.1922 Συμφωνία των Συμμάχων στο Παρίσι για εκχώρηση της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία (συζητήσεις Πουανκαρέ και Λόρδου Κώρζον)
10.09.1922 Οι τρεις δυνάμεις ζητούν με κοινή ανακοίνωσή τους προς την Τουρκία τη συμμετοχή της σε Διάσκεψη Ειρήνης με αντάλλαγμα την απόδοση της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία
11.09.1922 Έκρηξη επαναστατικού κινήματος Πλαστήρα-Γονατά στη Χίο και στη Μυτιλήνη. Στόχος του η ανατροπή του Κωνσταντίνου και η σωτηρία της Ανατολικής Θράκης. Το σύνθημα είναι «Ελλάς-Σωτηρία»
12.09.1922 Επιβίβαση σε πλοία των επαναστατικών στρατευμάτων της Χίου και της Μυτιλήνης με προορισμό την Αττική
12.09.1922 Η Κυβέρνηση Τριανταφυλλάκου αποδέχεται την παράδοση της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία
14.09.1922 Ο Βενιζέλος αναλαμβάνει την εκπροσώπηση του επαναστατικού καθεστώτος στο εξωτερικό
15.09.1922 Είσοδος των επαναστατικών στρατευμάτων στην Αθήνα
15.09.1922 Ο Κωνσταντίνος παραιτείται
16.09.1922 Τελεσίγραφο των Άγγλων προς τους Τούρκους στο Τσανάκ Καλέ. Το τελεσίγραφο δεν επιδίδεται στους Τούρκους από τον στρατηγό Χάριγκτον
17.09.1922 Ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος φεύγει από την Ελλάδα
18.09.1922 Συμφωνείται μεταξύ Συμμάχων και Τούρκων Διάσκεψη Ανακωχής που θα διεξαχθεί στα Μουδανιά
19.09.1922 Θυελλώδης συζήτηση Βενιζέλου-Λόρδου Κώρζον στο Παρίσι
20.09.1922 Αρχίζει η Διάσκεψη των Μουδανιών
20.09.1922 Τηλεγράφημα του Βενιζέλου προς την Επανάσταση για την αποχώρηση από την Ανατολική Θράκη
21.09.1922 Ο Πλαστήρας στη Θράκη. Αποτυγχάνει να συναντηθεί με τον Κεμάλ
21.09.1922 Άφιξη της ελληνικής αντιπροσωπίας στα Μουδανιά
22.09.1922 Ο Βενιζέλος δηλώνει στον Λόρδο Κώρζον ότι η Ελλάδα θα αποχωρήσει από την Ανατολική Θράκη
23.09.1922 Αποχώρηση του Πλαστήρα από τα Μουδανιά
24.09.1922 Η Ελληνική Κυβέρνηση αποδέχεται την παράδοση της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία
25.09.1922 Η Ελληνική Κυβέρνηση εξουσιοδοτεί τον Έλληνα Αρμοστή στην Κωνσταντινούπολη να υπογράψει τη Συνθήκη Ανακωχής των Μουδανιών
28.09.1922 Υπογραφή της Συνθήκης των Μουδανιών. Αποχώρηση Έλληνα αντιπρόσωπου
30.09.1922 Ο Στρατηγός Νίδερ εκδίδει διαταγές για την αποχώρηση των Ελλήνων από την Ανατολή Θράκη
30.09.1922 Σύσκεψη του υπουργικού συμβουλίου στην Αθήνα και αποδοχή της εκχώρησης της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία
02.10.1922 Αρχίζει η εγκατάλειψη της Ανατολικής Θράκης από τους Έλληνες
06.10.1922 Παραίτηση της Κυβέρνησης Λόυδ Τζωρτζ
20.10.1922 Συμπλήρωση της εγκατάλειψης της Ανατολικής Θράκης από τους Έλληνες
11.11.1922 Αρχίζει η αποχώρηση των Ελλήνων από τη Θρακική Χερσόνησο
15.11.1922 Παράδοση της Ανατολικής Θράκης στους Τούρκους

Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2009

Η καταστροφή του Ανατολικού Έλληνισμού.

Με την αναφορά μας στον Ανατολικό Ελληνισμό εννοούμε τους σημαντικούς ελληνικούς πληθυσμούς, οι οποίοι ιστορικά κατοικούσαν έξω από τα σύνορα του Νέου Ελληνικού Κράτους και ανατολικά του Αιγαίου. Μετά την τρομερή, ασύλληπτης έκτασης, Μικρασιατική Καταστροφή, ο Ανατολικός Ελληνισμός δεν υπάρχει πια σήμερα.
Κατά τις αρχές του κοσμογονικού 20ου αιώνα, λίγο πριν τον Μεγάλο Πόλεμο, οι Έλληνες αποτελούσαν ένα λαό με σαφείς ιδιαιτερότητες, που κατοικούσε στους γεωγραφικούς χώρους όπου υπήρξε η οικουμενική Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Το Ελληνικό Κράτος είχε ήδη μία ζωή δεκαετιών. Σε απόλυτους αριθμούς, στις αρχές του 20ου αιώνα, στο Ελληνικό Κράτος κατοικεί μόλις το 1/4 των Ελλήνων.

Το Ελληνικό Κράτος ιδρύθηκε με τη βοήθεια των Δυτικών, οι οποίοι το βοήθησαν να συγκροτηθεί ως βασίλειο πρότυπο του εκσυγχρονισμού και του εξευρωπαϊσμού στην Ανατολή. Για τους δυτικούς Ευρωπαίους, το Ελληνικό Κράτος αποτελούσε την πραγμάτωση της φαντασιακής και ρομαντικής αντίληψής τους για την αναβίωση της ελληνικής αρχαιότητας.
Στην ευρύτερη και μεγάλη Ανατολή ο Ανατολικός Ελληνισμός, πολιτικά υποταγμένος, πλην πολιτισμικά και οικονομικά κυρίαρχος, είχε πετύχει μία μορφή εκσυγχρονισμού, που του επέτρεπε να διατηρεί, σε μεγάλο βαθμό, τις ιδιαιτερότητές του.

Τους πρώτους τρομερούς αιώνες μετά την τουρκική κατάκτηση ακολούθησε η ανασύνταξη των ελληνικών πληθυσμών. Με τον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, τη Συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή και με τις προσπάθειες του σούφι Σελίμ του Γ' και του Μουράτ του Β' για εκσυγχρονισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, εμφανίζονται συνθήκες που επιτρέπουν τη δημιουργία μίας ρωμαίικης εμπορευματικής τάξης και την ανάπτυξη της ελληνικής εμπορικής ναυτιλίας. Με τις οθωμανικές μεταρρυθμίσεις του Τανζιμάτ, στα μέσα του 19ου αιώνα, οι άπιστοι Τζιμμήδες, υπήκοοι δεύτερης κατηγορίας, ανέρχονται και γίνονται η αστική τάξη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Παράλληλα, οι δημογραφικές συνθήκες στο Αιγαίο και την ηπειρωτική Ελλάδα βοηθούν τη μετανάστευση ελληνικών πληθυσμών προς τη Μικρά Ασία. Οι αυτόχθονες κοινότητες των Ρωμηών πληθαίνουν και νέες κοινότητες δημιουργούνται.

Το κοσμοπολίτικο Πέραν της Κωνσταντινούπολης δεν γίνεται μόνο ο καθρέπτης του εκδυτικισμού της Αυτοκρατορίας, αλλά και το κέντρο της δράσης και της κυριαρχίας μιας ρωμαίικης κεφαλαιουχικής και εμπορευματικής τάξης. Το Φανάρι πέφτει σε δεύτερη μοίρα. Η Κωνσταντινούπολη, "πόλις παλαιόθεν Ἑλληνίς", η σπουδαιότερη ελληνική πόλη για 16 αιώνες, κρατούσε σταθερά το ρόλο της ως νοερή πρωτεύουσα των Ελλήνων. Στη Σμύρνη, ακμαίο οικονομικό και εμπορικό κέντρο, κατοικούσαν 160.000 Έλληνες.

Οι Ρωμαίικοι πληθυσμοί στην Οθωμανική Αυτοκρατορία αποτελούνταν από συγκεντρώσεις Θράκη, τη Βιθυνία, στις ακτές του Αιγαίου (Αιολία και Ιωνία), στη νοτιοδυτική Μικρά στην Ανατολική Ασία, στην κεντρική Μικρά Ασία (Λυκαονία και Καππαδοκία) και στην εκτεταμένη περιοχή του Πόντου. Διάσπαρτες κοινότητες Ελλήνων υπήρχαν σε όλη την έκταση της Μικράς Ασίας.

Σύμφωνα με την οθωμανική απογραφή του 1914, ο συνολικός πληθυσμός των Ρωμηών στη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη ανέρχονταν σε 1.756.239 άτομα (δηλαδή αντιπροσώπευαν το 11% του συνολικού πληθυσμού). Η Πατριαρχική απογραφή του 1912, καταμέτρησε στη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη 2.068.402 Ρωμηούς (δηλαδή αντιπροσώπευαν το 13% του συνολικού πληθυσμού).

Τα υπάρχοντα στοιχεία συγκλίνουν, χωρίς αμφιβολία, στο συμπέρασμα ότι ο Ανατολικός Ελληνισμός αποτελούσε σημαντικό τμήμα του πληθυσμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με υψηλή μορφωτική και οικονομική στάθμη. Σε ορισμένες περιοχές της Ανατολικής Θράκης, στην Κωνσταντινούπολη, στη Δυτική Μικρά Ασία και τον Πόντο οι Έλληνες συχνά κυριαρχούσαν.

Οι ελληνικές κοινότητες ελέγχουν, πριν το 1922, το 50% του κεφαλαίου του επενδεδυμένου στη βιομηχανία της Αυτοκρατορίας, το 60% των θέσεων εργασίας στους μεταποιητικούς κλάδους. Κυριαρχούν απόλυτα στο εισαγωγικό και το εξαγωγικό εμπόριο. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε, ότι το 1914 το 46% από τους ιδιοκτήτες τραπεζών και τραπεζίτες στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν Ρωμηοί. Την ίδια χρονιά από τις 6.507 βιομηχανίες και βιοτεχνίες της Αυτοκρατορίας το 49% ανήκε σε Ρωμηούς και μόλις το 12% σε Τούρκους. Το 1914 πάλι, 'Ελληνες ήταν το 52% των γιατρών, το 49% των φαρμακοποιών, το 52% των αρχιτεκτόνων, το 37% των μηχανικών και το 29% των δικηγόρων της Αυτοκρατορίας. Οι Ρωμηοί μαθητές αντιπροσωπεύουν σε απόλυτους αριθμούς το διπλάσιο σχεδόν των Μουσουλμάνων μαθητών σε όλη την Αυτοκρατορία. Η ελληνική γλώσσα είχε γίνει η γλώσσα των εμπόρων και της καλής κοινωνίας, σε βαθμό που σημαντικό ποσοστό Ρωμηών αγνοούσε την τουρκική.

Με την επανάσταση των Νεότουρκων το 1908 αρχίζει ο σχηματισμός της τουρκικής εθνικής ταυτότητας. Είναι μία διαδικασία, η οποία, σε συνδυασμό με τον τουρκικό εθνικισμό και τις ισλαμικές αντιλήψεις, καταλήγει σε εθνικές εκκαθαρίσεις με κολοσσιαία κλίμακα.

Είναι γνωστές οι προθέσεις της ηγεσίας των Νεότουρκων, οι οποίοι από το 1911 απερίφραστα διατυπώνουν τη διάθεση για την εξόντωση των μη μουσουλμανικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αυτός είναι ένας από τους κύριους παράγοντες, οι οποίοι οδηγούν το ελληνικό κράτος στην παράτολμη και μοιραία Μικρασιατική Επιχείρηση.

Με τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, ήταν αναπόφευκτη η μοιρασιά. Σύμφωνα με την περίφημη "αρχή των εθνοτήτων", η μοιρασιά θα έπρεπε να καταλήξει στη δημιουργία εθνικών κρατών στο χώρο της πολυεθνικής Μικράς Ασίας. Η Συνθήκη των Σεβρών στις 28.7.1920 προέβλεπε την προσάρτηση εδαφών από το Ελληνικό Κράτος, που ανέρχονταν γύρω στο 7% της επιφάνειας της σημερινής Τουρκίας. Αυτό αντιστοιχούσε στο 13%, το οποίο αποτελούσαν οι ρωμαίικοι πληθυσμοί. Οι κατηγορίες, λοιπόν, για ιμπεριαλιστικό και κατακτητικό πόλεμο δεν δικαιολογούνται για το Ελληνικό Κράτος, όταν αυτό αναγκάζεται να επιδιώξει με τα όπλα την εφαρμογή της Συνθήκης των Σεβρών, ώστε να αντιμετωπίσει τον τουρκικό εθνικισμό. Οι κατηγορίες αυτές αδικούν τον ελληνικό λαό.

Είναι πια καιρός να παραμερίσουμε τις ιδεολογικές αγκυλώσεις και τους διχασμούς και να τιμήσουμε τη στρατιά που αποβιβάσαμε στη Μικρά Ασία, αναγνωρίζοντας τον απελευθερωτικό χαρακτήρα του αγώνα της.

Είναι γνωστό το τι επακολούθησε. Ο Ανατολικός Ελληνισμός ξεριζώθηκε και υπέστη τρομακτική φθορά. Αυτό, όμως, που συνέβη δεν έχει πλήρως διευκρινιστεί και αποτελεί αντικείμενο συζήτησης. Θα προσπαθήσουμε να διερευνήσουμε τα στοιχεία και να διαλύσουμε τη σύγχυση που υπάρχει.

Τα γεγονότα στα οποία αναφερόμαστε είναι τα ακόλουθα:

· Αρχικά. Ο πρώτος διωγμός, τον οποίο οι Νεότουρκοι άρχισαν το 1913 στο εσωτερικό της Ανατολικής Θράκης, και γενίκευσαν το 1914 στα παράλια της Μικράς Ασίας. Εκτός από το κλίμα τρόμου δεν φαίνεται να έγιναν τότε σημαντικές σφαγές. Ένας αριθμός από 86.363 πρόσφυγες εγκαταστάθηκε στις ελεύθερες ελληνικές περιοχές και κυρίως την Μακεδονία, όπου υπέστησαν μεγάλη φθορά από την ελονοσία.

· Ακολούθησαν οι μεγάλοι οργανωμένοι διωγμοί του 1915, που συνεχίστηκαν μέχρι το 1918, όταν 483.212 άτομα από τα παράλια της Μικράς Ασίας, την Ανατολική Θράκη και τον Πόντο, εκτοπίσθηκαν στα ενδότερα της Ανατολής υπό εξοντωτικές συνθήκες. Οι εκτοπισμοί οργανώθηκαν μετά από υπόδειξη του Γερμανού αρχιστράτηγου του Τουρκικού Στρατού, Λίμαν φον Σάντερς. Σύμφωνα με την "Κεντρική Πατριαρχική Επιτροπή", που οργάνωσε την παλιννόστηση των εκτοπισμένων μετά την υπογραφή της Ανακωχής του Μούδρου, επαναπατρίσθηκαν μόλις 200.000 άτομα.

· Τέλος, ο Μικρασιατικός Πόλεμος από το 1919 έως το 1922 με την Μικρασιατική Καταστροφή, όταν συνέβησαν οι γνωστές ακρότητες. Ακριβείς στατιστικές των απωλειών κατά την περίοδο αυτή δεν είναι δυνατές. Είναι όμως δυνατό να προσεγγίσουμε μια τάξη μεγέθους.

Σύμφωνα με τις βιβλιογραφικές έρευνες που πραγματοποιήσαμε, εκτός από τα επίσημα κείμενα της Νεοτουρκικής ηγεσίας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της ηγεσίας του Κεμαλικού κινήματος, εκτός από τα γραπτά, τις ανταποκρίσεις και τις εντυπώσεις ξένων, υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός ιδιωτικών εκδόσεων, που αφορά αναμνήσεις και μαρτυρίες σχετικές με τον αφανισμό των ρωμαίικων πληθυσμών.

Ωστόσο, από τα στοιχεία αυτά, είναι αδύνατο να συμπεράνουμε αριθμούς και να τεκμηριώσουμε το μέγεθος και την πραγματικότητα της καταστροφής του Ανατολικού Ελληνισμού.

Γι' αυτό, μελετήσαμε τις επίσημες οθωμανικές απογραφές από το 1906 μέχρι το 1914, καθώς και ανεπίσημες στατιστικές, και ιδίως την ανεπίσημη πληθυσμιακή απογραφή των ρωμαίικων πληθυσμών που διενήργησε το Οικουμενικό Πατριαρχείο από το 1910 έως το 1912. Το σκεπτικό ήταν να προσδιορίσουμε τον ρωμαίικο πληθυσμό, που κατοικούσε στα εδάφη της σημερινής Τουρκικής Δημοκρατίας πριν το 1922, ώστε να τον συγκρίνουμε με τον αριθμό αυτών που κατέφυγαν ως πρόσφυγες στην Ελλάδα ή αλλού. Τον αριθμό των προσφύγων τον έχουμε ως σταθερή παράμετρο από την απογραφή του Ελληνικού Κράτους του 1928, η οποία δεν είναι δυνατό να αμφισβητηθεί. Τότε οι πρόσφυγες απογράφηκαν σύμφωνα με τον τόπο της προέλευσής τους. Δεν είναι επίσης δυνατό να αμφισβητηθεί και η απογραφή του Οικουμενικού Πατριαρχείου, γιατί απέβλεπε στον όσο το δυνατό πιο ακριβή προσδιορισμό του αριθμού των Ρωμηών, ώστε να εξασφαλισθεί ή ανάλογη εκπροσώπηση στην Οθωμανική Βουλή. Παράλληλα, οι ελληνικές προξενικές αρχές βοήθησαν στην απογραφή γιατί το Ελληνικό Κράτος επιθυμούσε, μεταξύ άλλων, να γνωρίζει το ποσοστό των Ρωμηών στον τουρκικό στρατό. Είναι, αντίθετα, αμφισβητήσιμη η επίσημη τουρκική απογραφή του 1914, τουλάχιστον όσον αφορά τους Ρωμηούς, οι οποίοι είχαν κάθε λόγο να μην απογραφούν, ώστε να αποφύγουν τη στράτευση στον οθωμανικό στρατό και τη φορολόγηση από το οθωμανικό κράτος.


Οι υπολογισμοί μας έδειξαν ότι υπάρχει ένα βέβαιο πληθυσμιακό έλλειμμα, το οποίο κυμαίνεται από έναν κατώτερο αριθμό 410.000 ατόμων, μέχρι έναν ανώτερο αριθμό που υπερβαίνει τις 780.000. Με τα μεγέθη αυτά συμφωνούν όλοι σχεδόν οι μελετητές και απορούμε γιατί αυτό συνήθως δεν αναφέρεται.

Πέρα, λοιπόν, από τις προθέσεις, τις μαρτυρίες και τα πολυπληθή άλλα στοιχεία, υπάρχει ένα τρομακτικό έλλειμμα εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων. Τέτοια φθορά δεν εξηγείται από τους εκατέρωθεν πολεμικούς βαρβαρισμούς, αλλά μόνον, ως αποτέλεσμα μίας συστηματικής, οργανωμένης και καθολικής προσπάθειας αφανισμού.

Πώς μπορούμε να ερμηνεύσουμε και να ονομάσουμε το γεγονός αυτό;


ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ ΚΑΤΑ ΤΑ ΕΤΗ 1914-1922 ΚΑΙ ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΟΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΙ ΣΧΕΤΙΚΟΙ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ



Πατριαρχική απογραφή 1910-1912
Έλληνες
Τουρκική απογραφή 1914

Έλληνες
Ελληνική απογραφή προσφύγων 1928
Ανατολική Θράκη
   290.690
   224.459
  256.635
Κωνσταντινούπολη
   318.605
   250.546
    38.458
Μικρά Ασία
1.459.107
1.281.234
  774.123
Σύνολο Ρωμηών
2.068.402
1.756.889
1.069.216




Κιλικία
      20.000
-
-




Αναγωγή στο 1922
   + 125.304
   + 83.670
-
Απεβίωσαν, 1922-1928
-
-
   + 75.000
Πρόσφυγες προς τη Ρωσία
-
-
   + 80.000
Άλλοι πρόσφυγες
-
-
   + 66.000
Παρέμειναν στην Τουρκία
-
-
   + 140.000




Σύνολο
2.213.706
1.840.559
1.430.216




Απωλέσθηκαν
783.496
410.343
-