Παρασκευή 20 Μαΐου 2011

Γιάννης Παπακώστας, «Διά τόν σύνδεσμον τοῦ ἀπανταχοῦ Ἑλληνισμοῦ. Μείζων Ἑλληνισμός καί ἑλληνικά γράμματα στίς ἀπαρχές τοῦ 20οῦ αἰώνα. Ἄγνωστες ἐκθέσεις πρός τόν ΣΩΒ γιά το Α΄ ἐκπαιδευτικό συνέδριο του 1904», Σύλλογος πρός Διάδοσιν Ὠφελίμων Βιβλίων, Ἀθῆναι 2010, σχῆμα 17x24, σελ. 452.



Οἱ ἐκσυγχρονιστικές μεταρρυθμίσεις, πού περί τά μέσα τοῦ 19ου αἰώνα, ἀναγκάσθηκε νά παραχωρήσει στούς ὑπηκόους της ἡ Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία ἔγιναν ἡ ἀφορμή καί ὁδήγησαν στήν ἄνοδο καί στή συμμετοχή τῶν Ρωμηῶν τῆς Αὐτοκρατορίας στή νεοπαγή ἀστική δυτικόστροφη τάξη της. Τό κοσμοπολίτικο Πέραν τῆς Κωνσταντινούπολης δέν ἐξελίσσεται μόνο σέ καθρέπτη τοῦ ἐκδυτικισμοῦ τῆς Αὐτοκρατορίας, ἀλλά καί γίνεται ἐπίσης τό κέντρο τῆς δράσης καί τῆς ἐπιτυχίας τῆς ρωμαίικης κεφαλαιουχικῆς καί ἐμπορευματικῆς τάξης.
Οἱ ἑλληνικές κοινότητες ἐλέγχουν, πρίν τό 1922, τό 50% τοῦ κεφαλαίου τοῦ ἐπενδεδυμένου στή βιομηχανία τῆς Αὐτοκρατορίας, ὅπως καί τό 60% τῶν θέσεων ἐργασίας στούς μεταποιητικούς κλάδους. Κυριαρχοῦν ἀπόλυτα στό εἰσαγωγικό καί τό ἐξαγωγικό ἐμπόριο. Ἀναφέρεται ὅτι τό 1914 τό 46% ἀπό τούς ἰδιοκτῆτες τραπεζῶν καί τραπεζίτες στήν Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία ἦταν Ρωμηοί. Τήν ἴδια χρονιά, ἀπό τίς 6.507 βιομηχανίες καί βιοτεχνίες τῆς Αὐτοκρατορίας, τό 49% ἀνῆκε σέ Ρωμηούς. Τό 1912, ἀπό τίς 18.063 ἐμπορικές ἐπιχειρήσεις τῆς Αὐτοκρατορίας, τό 43% βρισκόταν σέ ἑλληνικά χέρια, τό 23%  ἀνῆκε σέ Ἀρμένιους, τό 15% σέ Μουσουλμάνους καί τό ὑπόλοιπο σέ ἄλλους. Τό 1914 πάλι, Ἕλληνες ἦταν τό 52% τῶν γιατρῶν, τό 49% τῶν φαρμακοποιῶν, τό 52% τῶν ἀρχιτεκτόνων, τό 37% τῶν μηχανικῶν καί τό 29% τῶν δικηγόρων τῆς Αὐτοκρατορίας. Οἱ Ρωμηοί μαθητές ἀντιπροσωπεύουν σέ ἀπόλυτους ἀριθμούς τό διπλάσιο σχεδόν τῶν Μουσουλμάνων μαθητῶν σέ ὅλη τήν Αὐτοκρατορία. Τήν ἴδια ἐποχή οἱ Ἑλληνίδες, σέ ἀντίθεση πρός τίς μουσουλμάνες τῆς Αὐτοκρατορίας, ἐργάζονταν μαζικά στή βιομηχανία, τήν ταπητουργία καί τήν παραγωγή τροφίμων. Ἡ ἑλληνική γλώσσα εἶχε γίνει ἡ γλώσσα τῶν ἐμπόρων καί τῆς καλῆς κοινωνίας, σέ βαθμό πού σημαντικό ποσοστό Ρωμηῶν ἀγνοοῦσε τήν τουρκική (τά στοιχεῖα ὀφείλονται στή συλλογική μελέτη Ottoman Greeks in the age of nationalism, Darwin Press, 1999).
Σπουδαία ἦταν ἡ θέση τῆς ἑλληνικῆς ναυτιλίας, κατά τά μέσα τοῦ 19ου  αἰώνα. Θέση, ἡ ὁποία μετά ἀπό κάποια κάμψη μετά τήν εἰσαγωγή τοῦ ἀτμοῦ στή ναυπήγηση τῶν πλοίων, ἀνέκαμψε ὅταν οἱ  Ἕλληνες πλοιοκτῆτες ἀγόρασαν καί μετέφεραν στήν Ἀνατολική Μεσόγειο τά παλιά ἀγγλικά ἀτμόπλοια.
Ὑπόβαθρο καί προϋπόθεση τῆς ἀνόδου καί τῆς ἀκτινοβολίας τῶν ἑλληνικῶν κοινοτήτων ἦταν ἡ προσήλωση τῶν Ἑλλήνων στήν Παιδεία. Πρόκειται γιά μορφή ἐκσυγχρονισμοῦ πού δέν ἐπιβάλλει τήν ἀπώλεια τῶν πολιτισμικῶν χαρακτηριστικῶν τοῦ Ἑλληνισμοῦ.
Ἡ Παιδεία, ἡ ὁποία ἦταν ἕνα ἀπό τά προνόμια τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, πραγματώνεται κατά τόν 19° αἰῶνα μέ τούς συλλόγους. Ἡ  ἱστορία τῶν συλλόγων τῶν Ἑλλήνων τῆς Ἀνατολῆς ἀρχίζει μέ τήν ἵδρυση τοῦ " Ἑλληνικοῦ Φιλολογικοῦ Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως" τό 1861, ὁ ὁποῖος, ἀμέσως ἀνέπτυξε λαμπρή δράση ὡς ὀργανωτής τῆς ἐκπαίδευσης τοῦ ἀλύτρωτου Ἑλληνισμοῦ. Γρήγορα, παρόμοιοι σύλλογοι ἱδρύθηκαν σέ ὅλη τήν Ἀνατολή. Τελείως πρόσφατα, ἡ ἔρευνα ἐντόπισε καί καταλογογράφησε χιλιάδες συλλόγους σέ όλη τή Μικρά Ασία καί τή Θράκη. Οἱ σκοποί τῶν συλλόγων ἀπέβλεπαν στή μόρφωση τῆς νεολαίας καί δευτερευόντως τῶν ἐνηλίκων, φιλοδοξῶντας στήν ἀνάδειξη καί τόνωση τῆς ἑλληνικῆς ἐθνικῆς ταυτότητας.
Τήν πραγματικότητα αὐτή τοῦ Μείζονος Ἑλληνισμοῦ καί τή σχέση της μέ τά ἑλληνικά γράμματα καί τήν ἑλληνική παιδεία κατά τίς ἀπαρχές τοῦ 20οῦ   ἀνέλαβε νά περιγράψει ὁ ὁμότιμος καθηγητής τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν Γιάννης Παπακώστας, δοκιμασμένος μελετητής τῆς πνευματικῆς ζωῆς τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Πρόκειται γιά φιλόδοξο ἐγχείρημα μεγάλης κλίμακος, τή συγκρότηση μιᾶς μορφῆς ἐγκυκλοπαίδειας καί περιγραφικοῦ χάρτη τῶν ἐκπαιδευτικῶν πραγμάτων τοῦ Μείζονος Ἑλληνισμοῦ κατά τίς ἀρχές τοῦ 20οῦ αἰώνα. Ἡ πολύ σημαντική αὐτή προσπάθεια βασίσθηκε στά πρακτικά καί τίς ἐκθέσεις τοῦ «Πρώτου ἐν Ἑλλάδι Ἐκπαιδευτικοῦ Συνεδρίου» πού ὀργανώθηκε στήν Ἀθήνα ἀπό τίς 31 Μαρτίου ἕως τίς 4 Ἀπριλίου 1904. Τήν πρωτοβουλία τῆς ὀργάνωσης τοῦ συνεδρίου ἐκείνου τήν εἶχαν ὁ Δημ. Βικέλας καί ὁ Γ. Δροσίνης (ἀπό τόν ὁποῖο ξεκίνησε ἡ πρόταση συγκλήσεώς του). Ὁ Δ. Βικέλας ἦταν ὁ πρόεδρος καί ὁ Γ. Δροσίνης ὁ γραμματέας τοῦ «Συλλόγου πρός Διάδοσιν Ὠφελίμων Βιβλίων». Στό συνέδριο συμμετεῖχαν ὡς ὀργανωτές ὁ «Σύλλογος πρός διάδοσιν τῶν Ἑλληνικῶν Γραμμάτων» καί ὁ φιλολογικός «Σύλλογος Παρνασσός». Τά πρακτικά τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ συνεδρίου περιλαμβάνουν ἄγνωστα μέχρι σήμερα ὑπομνήματα καί ἐκθέσεις γιά τά ἐκπαιδευτικά πράγματα τοῦ Ἑλληνισμοῦ στή Μακεδονία καί στή Θράκη. Τό σπουδαῖο αὐτό ἐρευνητικό ὑλικό ἀνασύρθηκε ἀπό τόν συγγραφέα μέσα ἀπό τά ἀρχεῖα τοῦ «Συλλόγου πρός Διάδοσιν Ὠφελίμων Βιβλίων».
Στή μελέτη τοῦ κ.Γιάννη Παπακώστα δημοσιεύονται ἐκθέσεις μέ πολύ σημαντικά στοιχεῖα καί πληροφορίες γιά τή Θεσσαλονίκη, τίς Σέρρες, τό Μοναστήρι, τήν Ἀδριανούπολη καί τή Ραιδεστό. Δημοσιεύονται ἐπίσης μαρτυρίες γιά τίς περιοχές Κοζάνης, Βεροίας, Φιλιππούπολης, Στενημάχου, Πύργου, Ἀγχιάλου, Βάρνας καί Κορυτσᾶς, ὅπως καί ἀδημοσίευτα στοιχεῖα γιά τά ἐκπαιδευτήρια τῆς Ἑλληνισμοῦ τῆς Ὀδησσοῦ, τῆς Ἀλεξάνδρειας, τοῦ Καϊρου καί τοῦ Πόρτ Σάιδ καί ἐκθέσεις γιά τά ἐκπαιδευτήρια τῆς Κωνσταντινούπολης καί τῆς Σμύρνης.
Στό συνέδριο ἔλαβαν μέρος χίλιοι περίπου ἐκπρόσωποι τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ συστήματος  τοῦ ὑπόδουλου καί παροικιακοῦ Ἑλληνισμοῦ. Οἱ ἐκθέσεις καί τά ὑπομνήματα τῶν συνέδρων δίνουν μία οὐσιαστική εἰκόνα τῆς προσήλωσης τοῦ ἐκτός τῶν τότε ἑλλαδικῶν συνόρων Ἑλληνισμοῦ στήν ἑλληνική γλώσσα. Δίνεται ἐπίσης καί τό μέγεθος τοῦ πλήθους καί τοῦ ἐνθουσιασμοῦ τοῦ μαθητικοῦ πληθυσμοῦ στόν ὁποῖο ἀπευθυνόταν τά σχολεῖα τοῦ μείζονος Ἑλληνισμοῦ. Συγκινητικό εἶναι τό φρόνημα τῶν ἐκπαιδευτικῶν συλλόγων, πού εἶχαν συσταθεῖ κατά ἑκατοντάδες στήν Ἀνατολή καί ἀπέβλεπαν στή διδασκαλία καί τή διάδοση τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας, ὅπως καί μιᾶς ἑλληνοκεντρικῆς παιδείας.
Σέ μία ἐποχή, κατά τήν ὁποία ὁ Ἑλληνισμός δοκιμάζεται δεινῶς, ἡ προσήλωση τῶν ἐκτός τοῦ τότε ἑλληνικοῦ κράτους ἑλληνικῶν πληθυσμῶν στήν παιδεία καί ἡ μορφή πού εἶχε ἡ παιδεία αὐτή ἀποτελοῦν στοιχεῖα καί στηρίγματα αἰσιοδοξίας. Μέσα ἀπό τίς σελίδες τῆς μελέτης τοῦ κ. Παπακώστα παρακολουθοῦμε τίς προσπάθειες καί τίς ἐπιθυμίες τῶν συντελεστῶν τῆς ἐκπαίδευσης τοῦ μείζονος Ἑλληνισμοῦ γιά μόρφωση τῆς νεολαίας καί δευτερευόντως τῶν ἐνηλίκων μέ τόν ἀνομολόγητο σταθερό σκοπό τῆς ἀνάδειξης καί τῆς τόνωσης τῆς ἑλληνικῆς ἐθνικῆς ταυτότητας. Σέ μία ἐποχή ἀποδόμησης καί ἰδεολογικοῦ μηδενισμοῦ παρακολουθοῦμε τήν προσπάθεια τῶν ἀνατολικῶν Ἑλλήνων γιά συγκρότηση καί ἀναβίωση τῆς ἐθνικῆς ταυτότητας, πρᾶγμα πού θά τούς ἐπιτρέψει νά λάβουν μέρος στή μεγάλη ἐξόρμηση τοῦ 1912-1922.
Τά χειρόγραφα τοῦ πρώτου ἐκπαιδευτικοῦ συνεδρίου τοῦ 1904, πού ἀναδύει, ἐκδίδει καί παρουσιάζει ὁ κ. Γιάννης Παπακώστας δέν ἀποτελοῦν μόνο τεκμήρια τῆς πίσης τῶν Ἑλλήνων στήν Παιδεία, ἀλλά καί τεκμήρια τῆς ζωῆς καί τῆς πραγματικότητας τῶν ἑλληνικῶν πληθυσμῶν πού βρισκόταν ἔξω ἀπό τά σύνορα τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους. Γιά παράδειγμα ἀναφέρω τή ἔκθεση τοῦ δασκάλου Κ. Γεωργιάδη γιά τή Ραιδεστό, ἡ ὁποία θά πάρει τή θέση της στίς λίγες ἱστορικές περιγραφές πού διαθέτουμε γιά τήν πόλη αὐτή.
Ὅπως τονίζει ὁ μελετητής, δύο εἶναι τά σημαντικά στοιχεῖα πού θά προκαλέσουν τήν προσοχή τοῦ ἀναγνώστη τῆς μελέτης: «Ἡ διαπίστωση ὅτι τό μάθημα τῶν ἑλληνικῶν καταλάμβανε σταθερά τό 35% τῶν ἑβδομαδιαίων ὡρῶν διδασκαλίας ἤ καί περισσότερο –φαινόμενο πού συνιστοῦσε καί τόν συνεκτικό δεσμό τοῦ Ἑλληνισμοῦ· ἡ διαπίστωση ἐπίσης ὅτι βρίσκεται μπροστά σέ ἕναν σφύζοντα μαθητικό πληθυσμό, ὁ ὁποῖος προκύπτει ἀπό τής Ἐκθέσεις τῶν ἁρμόδιων φορέων….»
Τό βιβλίο ἀποτελεῖται ἀπό τρία κύρια μέρη. Στό Πρῶτο Μέρος ἀναφέρονται τά ὀργανωτικά ὅπως καί ἡ θεματολογία τοῦ συνεδρίου. Ἀναλύονται καί σχολιάζονται τά κίνητρα καί οἱ διοργανωτές τοῦ Συνεδρίου, οἱ Ἐκπαιδευτικοί Σύλλογοι καί γίνεται ἰδιαίτερη ἀναφορά στήν Ἀνατολική Ρωμυλία καί τή Μεγάλη τοῦ Γένους Σχολή. Σχετικά μέ τή θεματολογία τοῦ Συνεδρίου συζητῶνται μεταξύ ἄλλων τά διδακτικά ἐγχειρίδια καί ἡ γλώσσα. Τό Πρῶτο Μέρος κλείνει μέ ἐκθέσεις καί ὑπομνήματα. Δημοσιεύονται ἐκθέσεις γιά τό Μοναστήρι, τήν Ἀδριανούπολη, τή Ραιδεστό, τή Θεσσαλονίκη καί γιά ἕνα εὐρύτατο σύνολο περιοχῶν στά Βαλκάνια, τή Μικρά Ἀσία, τήν Κύπρο, τή Ρωσία καί τήν Αἴγυπτο.
Στό Δεύτερο Μέρος συνεχίζεται ἡ δημοσίευση ἐκθέσεων ἀπό ἐκπαιδευτήρια, συλλόγους καί δασκάλους προερχόμενων ἀπό τόν τεράστιο χῶρο ὅπου κατοικοῦσε ὁ παροικιακός Ἑλληνισμός. Παρουσιάζονται ἐκθέσεις γιά τά ἐκπαιδευτήρια τοῦ Μοναστηρίου, τῆς Ραιδεστοῦ, τῆς Ἀδριανούπολης, τῆς Θεσσαλονίκης καί τῶν Σερρῶν, ὅπως καί συντομότερα ἐκθέσεις γιά ἐκπαιδευτήρια τῆς Ὀδησσοῦ, τῆς Κωνσταντινούπολης, τῆς Σύρου κ.ἄ.
Τό Τρῖτο Μέρος περιλαμβάνει πίνακες τῶν ἐκθεμάτων πού ἀπέστειλε κάθε σχολεῖο γιά τή Σχολική  Ἔκθεση πού ἀποτελοῦσε ἀναπόσπαστο μέρος τοῦ Συνεδρίου. Γιά τή λειτουργία τῆς ἔκθεσης αὐτῆς εἶχε διαμορφωθεῖ κατάλληλα ὁ χῶρος τῶν γραφείων τοῦ «Συλλόγου πρός Διάδοση Ὠφελίμων Βιβλίων». Τα ἐκθέματα εἶχαν ἀποσταλεῖ ἀπό ἔνδεκα ἐκπαιδευτήρια.
Τέλος, τά θεωρητικά ὑπομνήματα πού ἀναφερόταν σέ ἐκπαιδευτικά θέματα τῆς ἐποχῆς θά δημοσιευθοῦν σέ τόμο πού θά ἀκολουθήσει.
Μπροστά στή σημερινή κρίση τῶν ἐκπαιδευτικῶν πραγμάτων στή χώρα μας καί στήν τυπολατρική ἀντιμετώπιση τῆς Παιδείας ἡ παρουσίαση τῆς ἐπιβλητικῆς ἐκπαιδευτικῆς δραστηριότητας τοῦ Μείζονος Ἑλληνισμοῦ πρίν ἀπό ἕνα αἰῶνα μπορεῖ νά λειτουργήσει ὡς καταλύτης ἀναγέννησης καί φρονηματισμοῦ. Τό βιβλίο τοῦ κ.Γιάννη Παπακώστα εἶναι καί γι’ αὐτό πολύτιμο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: